Η οικονομική ύφεση της Γερμανίας αναζωπυρώνει τον φόβο στην κυβέρνηση της Angela Merkel για το μέλλον των δύο μεγαλύτερων δανειστών της.
Η πίεση της κυβέρνησης στην Deutsche Bank AG και την Commerzbank AG να πραγματοποιήσουν συνομιλίες συγχώνευσης δημιούργησε μαζική αντίδραση και τελικά απέτυχε. Οι δυνητικοί αγοραστές είναι σαφείς. Τώρα, η διοίκηση δεν έχει πλέον άλλες επιλογές, την ώρα μάλιστα που η επικείμενη ύφεση τροφοδοτεί τους φόβους ότι οι τράπεζες της Γερμανίας ενδέχεται να μην είναι προετοιμασμένες να αντιμετωπίσουν άλλη μια κρίση, σύμφωνα με δύο ανώτερους αξιωματούχους με άμεση γνώση της στάσης της κυβέρνησης. Ωστόσο, το Υπουργείο Οικονομικών της Γερμανίας αρνήθηκε να σχολιάσει.
Ο Danyal Bayaz, νομοθέτης από το κόμμα των Πράσινων στην επιτροπή οικονομικών της κάτω Βουλής, αναφέρει τα εξής: «Αν η οικονομία εισέλθει σε ύφεση, οι τράπεζες είναι οι πρώτες που θα δεχτούν πλήγμα». Η κυβέρνηση δεν μπορεί να κάνει πολλά σε αυτό το στάδιο εκτός από το να ξεκινήσει ένα πρόγραμμα δημοσιονομικών μέτρων τόνωσης για να μετριάσει τον κίνδυνο ύφεσης, πρόσθεσε.
Το σχέδιο συγχώνευσης της Commerzbank και της Deutsche Bank μπήκε στον πάγο, δεν απορρίφθηκε όμως εντελώς, δήλωσε ένας αξιωματούχος. Η ιδέα θα μπορούσε να βγει ξανά στην επιφάνεια αν κάποιος δανειστής αντιμετώπιζε πραγματική απειλή για το μέλλον του, δήλωσε το ίδιο πρόσωπο.
Η Deutsche Bank, η οποία κάποτε είχε φιλοδοξίες να γίνει παγκόσμιος παίκτης στην οικονομία, ανακοίνωσε πρόσφατα οδυνηρές αναδιαρθρώσεις που αποσκοπούν στην περικοπή του ενός πέμπτου του εργατικού δυναμικού της και στην απομάκρυνση ενός μεγάλου μέρους των συναλλαγών της. Η ανανεωμένη εστίαση στους γερμανούς εξαγωγείς έρχεται ακριβώς τη στιγμή που ο εμπορικός πόλεμος ανάμεσα στις ΗΠΑ και την Κίνα γίνεται ολοένα πιο θερμός και ο πρόεδρος Donald Trump έχει βάλει στο μάτι τους γερμανούς κατασκευαστές αυτοκινήτων.
Τα νέα τραπεζικά προβλήματα θα μπορούσαν να έχουν σοβαρές επιπτώσεις και στην εγχώρια πολιτική, με τα κυβερνώντα κόμματα να έχουν ιστορικά χαμηλά επίπεδα στις δημοσκοπήσεις και να δέχονται την επίθεση των λαϊκιστών και των περιβαλλοντολόγων. Με την κυβέρνηση της Merkel να κρέμεται από μια κλωστή, μια κρατική οικονομική βοήθεια στους τραπεζίτες θα ήταν εφιάλτης για την καγκελάριο, καθώς εκείνη επιδιώκει να διαφυλάξει τα κεκτημένα της.
Νωρίτερα αυτό τον μήνα, η κυβέρνηση – η οποία κατέχει το μεγαλύτερο μερίδιο στην Commerzbank – ζήτησε εξωτερικές συμβουλές σχετικά με τη στρατηγική της τράπεζας με επικεφαλής τον διευθύνοντα σύμβουλο Martin Zielke.
Το γεγονός ότι ο Υπουργός Οικονομικών Olaf Scholz ξόδεψε μεγάλο μέρος του πολιτικού του κεφαλαίου υποστηρίζοντας μια αποτυχημένη απόπειρα συγχώνευσης μεταξύ των δύο νωρίτερα φέτος αποτελεί περιορισμό του περιθωρίου των κυβερνητικών ελιγμών.
Σύμφωνα με δηλώσεις του αξιωματούχου, ένα σχέδιο αναδιάρθρωσης που υποβλήθηκε από την Deutsche Bank και αναμένεται από την Commerzbank το ερχόμενο φθινόπωρο ενδέχεται να μειώσει το κόστος μακροπρόθεσμα, αλλά δεν μπορεί να κάνει πολλά για να προστατέψει τις τράπεζες σε περίπτωση απότομης πτώσης της δραστηριότητάς τους. Στην πραγματικότητα, η αναδιάρθρωση – η οποία προβλέπει δαπανηρές αποζημιώσεις – επιβραδύνει τη σχεδιαζόμενη συσσώρευση κεφαλαιουχικής βάσης σε μια εποχή που οι επενδυτές αποφεύγουν ολοένα και περισσότερο τον κίνδυνο, προσθέτει ο αξιωματούχος.
Η Επιτροπή Χρηματοοικονομικής Σταθερότητας της Γερμανίας, η οποία αποτελείται από εκπροσώπους της κεντρικής τράπεζας, το Υπουργείο Οικονομικών και τη ρυθμιστική αρχή των τραπεζών, προειδοποίησε επανειλημμένως ότι ο κίνδυνος ύφεσης για το γερμανικό τραπεζικό σύστημα δεν πρέπει να αγνοηθεί.
Κακή στιγμή
Η επιβράδυνση συμβαίνει σε μια ιδιαίτερα κακή στιγμή για την Commerzbank και την Deutsche Bank, αφού και οι δύο αγωνίζονται εδώ και χρόνια για να φτάσουν σε ένα σημαντικό επίπεδο αποδοτικότητας. Στην περίπτωση της Deutsche Bank, η αναδιάρθρωση συμπίπτει με ένα λεπτό κεφαλαιακό προστατευτικό μαξιλάρι. Μια σημαντική άνοδος της πιστωτικής αθέτησης θα μπορούσε να τις αναγκάσει να αυξήσουν τα αποθεµατικά τους για απώλειες από δάνεια και να εξαντλήσουν περαιτέρω το κεφάλαιό τους.
Για τον Scholz, ο οποίος ανυπομονούσε να δημιουργήσει έναν εθνικό τραπεζικό πρωταθλητή, οι αποτυχημένες συνομιλίες για συγχώνευση ανάμεσα στη Deutsche και την Commerzbank ίσως ήταν ιδιαίτερα απογοητευτικές. Τελικά, κάτι τέτοιο θα έδινε στην κυβέρνηση ένα μερίδιο και λόγο στον μεγαλύτερο δανειστή της Γερμανίας διευκολύνοντας έτσι την παρέμβασή του σε περίπτωση κρίσης.
Εκείνη την εποχή, οι επικριτές έλεγαν ότι η κυβέρνηση ήταν πάρα πολύ αυστηρή, κι ότι δεν είχε σημασία το μέγεθος, αλλά εκείνο που μετρά στον τραπεζικό τομέα είναι η ευκινησία.
Οι μεταγενέστερες διερευνητικές κινήσεις που πραγματοποιήθηκαν νωρίτερα μέσα στον χρόνο για ενδεχόμενες ευρωπαϊκές συγχωνεύσεις περιελάμβαναν τη Deutsche Bank και την UBS καθώς και την ING Groep NV, την UniCredit SpA και την Commerzbank, οι οποίες τελικά δεν ευδοκίμησαν. Από τότε, η επιθυμία για συγχωνεύσεις, εξαγορές και διασπάσεις υποχώρησε σημαντικά με τις τράπεζες να αλλάζουν τις μεσοπρόθεσμες προτεραιότητές τους εν μέσω της οικονομικής επιβράδυνσης, δήλωσε ένας άλλος από τους δύο αξιωματούχους.
Η τύχη των κυριότερων δανειστών της Γερμανίας αντικατοπτρίζει μια ευρύτερη συζήτηση σχετικά με το αν έχουν γίνει αρκετές διορθώσεις στο χρηματοπιστωτικό σύστημα από την κρίση του 2008. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα δημοσίευσε τον Μάρτιο μια έρευνα που δείχνει ότι τα χρήματα των φορολογουμένων προστατεύονται πλέον καλύτερα σε σύγκριση με μια δεκαετία πριν, αλλά παρά τη «σημαντική βελτίωση» το «ρυθμιστικό έργο δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί». Το Συμβούλιο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας με έδρα τη Σουηδία έδωσε εντολή για την πραγματοποίηση δικής του έρευνας, η οποία διευθύνεται από την Claudia Buch, αντιπρόεδρο της Bundesbank και αναμένεται να δημοσιευτεί στα τέλη του 2020.