Η εφαρμογή των επεκτατικών μέτρων που περιλαμβάνει ο κρατικός προϋπολογισμός για το 2019 και αποτιμώνται σε 0,5% του ΑΕΠ αναμένεται να μεταφραστεί σε τουλάχιστον ισόποση στήριξη στην εγχώρια ζήτηση και, σε συνδυασμό με την κεκτημένη δυναμική της οικονομικής δραστηριότητας κατά το 2018 (positive carry) καθιστούν εφικτή την εκτίμηση του προϋπολογισμού για ετήσια αύξηση του ΑΕΠ κατά 2,5% το 2019.
Αυτό τονίζει η Εθνική Τράπεζα σε ανάλυσή της για τον κρατικό προϋπολογισμό του 2019 με τίτλο “Μετατρέποντας τη δημοσιονομική υπεραπόδοση σε λελογισμένη στήριξη της οικονομίας”. Ωστόσο, όπως προειδοποιεί η Διεύθυνση Οικονομικής Ανάλυσης της ΕΤΕ η σταδιακή επιδείνωση του εξωτερικού περιβάλλοντος και άλλοι έκτακτοι παράγοντες θα μπορούσαν να εξασθενίσουν την ανωτέρω επίδοση.
Ειδικότερα η ΕΤΕ αναφέρει:
“Οι δημοσιονομικές επιδόσεις του 2018 επιβεβαιώνουν για ένα ακόμη έτος την προσήλωση στην επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων, με το εκτιμώμενο πρωτογενές πλεόνασμα της Γενικής Κυβέρνησης να διαμορφώνεται στο 3,98% του ΑΕΠ. Το γεγονός ότι το πρωτογενές πλεόνασμα υπερέβη συστηματικά το 3,5% του ΑΕΠ την περίοδο 2016-2018 – κατά 0,5 ποσοστιαίες μονάδες, κατά μέσο όρο – σε μια περίοδο που ο μέσος ετήσιος ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ διαμορφώθηκε στο 1,1%, συνέτεινε στην αποδοχή από τους Ευρωπαϊκούς Θεσμούς της δυνατότητας υλοποίησης του Κρατικού Προϋπολογισμού για το 2019 χωρίς την εφαρμογή νέων περικοπών στις συντάξεις. Υπό αυτό το πρίσμα, αναγνωρίστηκε επίσης ότι μπορεί να εφαρμοστεί μια περιορισμένη δέσμη επεκτατικών μέτρων αντίστοιχης περίπου αξίας με την επαναλαμβανόμενη υπεραπόδοση (0,5% του ΑΕΠ).
Αναφορικά με τις δημοσιονομικές επιδόσεις του 2018, η σημαντική βελτίωση στο πρωτογενές ισοζύγιο του τακτικού προϋπολογισμού κατά 1,3% του ΑΕΠ (όλα τα στοιχεία της ανάλυσης αναφέρονται σε εθνικολογιστική και όχι ταμειακή βάση) αποτελεί τον κύριο πυλώνα της φετινής δημοσιονομικής επίδοσης. Η βελτίωση αυτή εκτιμάται ότι προέρχεται αποκλειστικά από το σκέλος των πρωτογενών δαπανών, οι οποίες μειώνονται κατά 2,2% σε ετήσια βάση το 2018 (μείωση που αντιστοιχεί σε 1,3% του ΑΕΠ και ισοδυναμεί με τη μεταβολή στο ισοζύγιο του τακτικού προϋπολογισμού). Συγκεκριμένα, οι μεταβιβάσεις προς το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης εκτιμάται ότι θα μειωθούν κατά 0,7% του ΑΕΠ το 2018 σε σύγκριση με το 2017, οι μεταβιβάσεις προς άλλους φορείς της Κεντρικής και Γενικής Κυβέρνησης κατά 0,3% του ΑΕΠ και οι μεταβιβάσεις προς τα νοσοκομεία κατά 0,25% του ΑΕΠ. Οι ανωτέρω τάσεις είναι ενθαρρυντικές, καθώς συνοδεύονται από τη βελτίωση της χρηματοοικονομικής κατάστασης των εν λόγω φορέων και κατ’ επέκταση τη μειούμενη εξάρτηση από τον κρατικό προϋπολογισμό. Το πρωτογενές πλεόνασμα του τακτικού προϋπολογισμού αναμένεται να αυξηθεί περαιτέρω, κατά 0,6 ποσοστιαίες μονάδες, στο 3,4% του ΑΕΠ, το 2019.
Το μειωμένο έλλειμμα του προϋπολογισμού δημοσίων επενδύσεων έχει τη δεύτερη σημαντικότερη συνεισφορά στην εξέλιξη του πλεονάσματος κατά το 2018. Η ετήσια μείωση του ελλείμματος αυτού κατά 0,5% του ΑΕΠ το 2018 αντανακλά τη σημαντική αύξηση των εισροών κεφαλαίων από την ΕΕ για την υλοποίηση συγχρηματοδοτούμενων έργων (εκτιμώμενη αύξηση 81,0% ετησίως ή 0,8% του ΑΕΠ), γεγονός που θα υπερκεράσει τις αυξημένες, κατά 0,3% του ΑΕΠ, δαπάνες του προγράμματος σε σύγκριση με το 2017. Το 2019, το πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων αναμένεται να έχει αμελητέα επίδραση στη δημοσιονομική δυναμική, καθώς θα παραμείνει αμετάβλητο σε σχέση με το 2018.
Τα καθαρά έσοδα του τακτικού προϋπολογισμού στο σύνολο του 2018 αναμένεται να παραμείνουν σταθερά ως ποσοστό του ΑΕΠ, καθώς η εξομάλυνση στις επιστροφές φόρων πρόκειται να αντισταθμίσει τη μικρή μείωση των φορολογικών εσόδων ως ποσοστό του ΑΕΠ (0,3% του ΑΕΠ χαμηλότερα από το 2017). Παρά το θετικό ετήσιο ρυθμό αύξησης των περισσότερων κατηγοριών φορολογικών εσόδων, αναμένεται να εμφανίσουν μικρότερη μεταβολή από το ονομαστικό ΑΕΠ το 2018, με τους φόρους στο εισόδημα φυσικών προσώπων να εμφανίζουν την ασθενέστερη επίδοση, όντας στάσιμοι σε ετήσια βάση (ή κατά 0,2% του ΑΕΠ χαμηλότεροι από το 2017). Για το 2019 οι προβλέψεις του κρατικού προϋπολογισμού στο σκέλος των εσόδων εμφανίζονται πολύ συντηρητικές, καθότι, ακόμη και συνεκτιμώντας την επίδραση από τη μεσοσταθμική μείωση του ΕΝΦΙΑ κατά 10%, η υπόθεση για μείωση των φορολογικών εσόδων κατά 1,0% του ΑΕΠ το 2019 φαίνεται απαισιόδοξη και αφήνει περιθώριο υπέρβασης του στόχου καθώς η οικονομία ανακάμπτει.
Οι ανωτέρω επιδόσεις σε επίπεδο κρατικού προϋπολογισμού αντισταθμίζουν την αναμενόμενη μείωση των πλεονασμάτων τόσο στους επιμέρους προϋπολογισμούς των νομικών προσώπων Κεντρικής Κυβέρνησης και των ΔΕΚΟ που περιλαμβάνονται στην Γενική Κυβέρνηση κατά 1,2% του ΑΕΠ σε σχέση με το 2017, όσο και στο σύστημα κοινωνικής ασφάλισης που αναμένεται να εμφανίσει πλεόνασμα 1,2% του ΑΕΠ το 2018 από 1,6% του ΑΕΠ το 2017. Οι ανωτέρω μειώσεις των επιμέρους πλεονασμάτων αντανακλούν τον περαιτέρω εξορθολογισμό των μεταβιβάσεων από τον κρατικό προϋπολογισμό προς τους συγκεκριμένους τομείς. Ειδικά το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης εμφανίζει επιπρόσθετη βελτίωση αναφορικά με τα διαρθρωτικά χαρακτηριστικά του, καθώς η αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών το 2018 υπερβαίνει την αύξηση του ονομαστικού ΑΕΠ και του διαθεσίμου εισοδήματος των νοικοκυριών, ενώ και οι δαπάνες εμφανίζουν νέα μικρή μείωση ως ποσοστό του ΑΕΠ. Οι προγραμματισμένες ελαφρύνσεις στις εξαιρετικά αυξημένες ασφαλιστικές εισφορές των ελεύθερων επαγγελματιών και ορισμένων άλλων κατηγοριών εργαζομένων από το 2019 έχουν περιορισμένο δημοσιονομικό κόστος (0,1% του ΑΕΠ το 2019), αν και θα μπορούσαν να αυξήσουν σταδιακά την ελκυστικότητα των ανωτέρω μορφών απασχόλησης έναντι της μισθωτής εργασίας.
Τα υπόλοιπα μέτρα που ενσωματώνει ο προϋπολογισμός στοχεύουν στη στήριξη της εργασίας και των ασθενέστερων κοινωνικών στρωμάτων, καθώς και σε ορισμένες ελαφρύνσεις στη φορολογία ακινήτων, αλλά και τη φορολογία εισοδήματος από εταιρική δραστηριότητα (μείωση φορολογίας μερισμάτων από 15% σε 10% και σταδιακή μείωση συντελεστή φορολόγησης επιχειρηματικών κερδών κατά μία ποσοστιαία μονάδα, ετησίως, μεταξύ 2019 και 2022), με τις τελευταίες να έχουν επίδραση, σε δημοσιονομική βάση, από το 2020 και μετά.
Η εφαρμογή των ανωτέρω επεκτατικών μέτρων που αποτιμώνται σε 0,5% του ΑΕΠ το 2019 αναμένεται να μεταφραστεί σε τουλάχιστον ισόποση στήριξη στην εγχώρια ζήτηση και, σε συνδυασμό με την κεκτημένη δυναμική της οικονομικής δραστηριότητας κατά το 2018 (positive carry) – η οποία μεταφράζεται σε επιπρόσθετη ώθηση άνω του 0,4% στο ρυθμό ανάπτυξης του 2019 – καθιστούν εφικτή την εκτίμηση του προϋπολογισμού για ετήσια αύξηση του ΑΕΠ κατά 2,5% το 2019. Ωστόσο, η σταδιακή επιδείνωση του εξωτερικού περιβάλλοντος και άλλοι έκτακτοι παράγοντες θα μπορούσαν να εξασθενίσουν την ανωτέρω επίδοση”.