Ανοδικά επιμένουν να κινούνται οι ελληνικές εξαγωγές, διατηρώντας τα κεκτημένα μερίδια τους έναντι των Ευρωπαίων ανταγωνιστών της χώρας με το συγκυριακή εκτόξευση του ελαιολάδου και την “πράσινη” τεχνολογία να αποτελούν τις κινητήριες δυνάμεις της ανόδου, σύμφωνα με τη Διεύθυνση Οικονομικής Ανάλυσης της Εθνικής Τράπεζας.
Βασικό συμπέρασμα της ΕΤΕ είναι ότι, παρά την επιβράδυνση του τελευταίου τριμήνου και το μειωμένο εύρος της βάσης ανόδου, η σταθερά ισχυρή επίδοση των εξαγωγών υψηλής τεχνολογίας θέτει στέρεες βάσεις για περαιτέρω κέρδη στις διεθνείς αγορές την επόμενη τριετία.
Ειδικότερα, όπως σημειώνει η Διεύθυνση Οικονομικής Ανάλυσης της τράπεζας, το 2022 έκλεισε θετικά για τις εξαγωγές αγαθών (εκτός πετρελαίου), επιτυγχάνοντας άνοδο της τάξης του 21% σε ονομαστικούς όρους. Ακόμα πιο σημαντικό είναι το γεγονός ότι, βάσει των εκτιμήσεων της για τους αποπληθωριστές κλάδων, η αύξηση των εξαγωγών σε πραγματικούς όρους άγγιξε το 6%, όντας σχεδόν 2 ποσοστιαίες μονάδες υψηλότερη του μέσου όρου δεκαετίας.
Εστιάζοντας στο τελευταίο τρίμηνο, η ΕΤΕ σημειώνει ότι επιβεβαιώνεται η συνέχιση της ανοδικής τάσης, αν και με ασθενέστερη δυναμική (+4,4% σε αποπληθωρισμένους όρους έναντι +5,7% το προηγούμενο εννεάμηνο). Παράλληλα, κατά τους τελευταίους μήνες παρατηρείται περιορισμός του εύρους της βάσης ανόδου των εξαγωγών, τόσο σε όρους (i) κλάδων (καθώς μηχανήματα, φάρμακα και τρόφιμα κάλυψαν σχεδόν το σύνολο της ανόδου), όσο και (ii) προορισμών (με τη Δυτική Ευρώπη να καλύπτει το 80% της ανόδου, έναντι ½ το προηγούμενο εννεάμηνο).
Παρά την εμφάνιση αυτών των σημείων ήπιας επιβράδυνσης της δυναμικής, η ΕΤΕ επισημαίνει ότι οι Έλληνες εξαγωγείς διατηρούν το μερίδιο τους έναντι των Ευρωπαίων ανταγωνιστών τους. Συγκεκριμένα, ενώ οι περισσότεροι κλάδοι διατηρούν σε μεγάλο βαθμό τα κεκτημένα τους, τους προβολείς τραβούν δύο προϊόντα που διαδραματίζουν πρωταγωνιστικό ρόλο κατά το τελευταίο τρίμηνο και κερδίζουν συνεχώς μερίδια στις διεθνείς αγορές:
– Το “παραδοσιακό” ελαιόλαδο (+157% σε αποπληθωρισμένους όρους, έναντι -5% στα λοιπά τρόφιμα) σκαρφάλωσε στο υψηλότερο επίπεδο της τελευταίας 6ετίας, διπλασιάζοντας το μερίδιό του στις ευρωπαϊκές εξαγωγές. Σε αυτό συντέλεσε η ευνοϊκή διεθνής συγκυρία, καθώς η αυξημένη ελληνική παραγωγή (+51% ετησίως) συνδυάστηκε με υψηλή διεθνή ζήτηση λόγω ξηρασίας και μειωμένης παραγωγής σε ανταγωνιστικές Μεσογειακές χώρες (-48% στην Ισπανία). Σημειώνεται ωστόσο, ότι το ελληνικό ελαιόλαδο συνεχίζει να χάνει σημαντική υπεραξία της τάξης των €1,3 ανά κιλό (αντιστοιχώντας σε €0,2 δισ. ετησίως) από τον χαμηλό βαθμό τυποποίησης (με άνω των 2/3 να εξάγονται σε χύμα μορφή).
– Τα “έντασης τεχνολογίας” μηχανήματα (+17% σε αποπληθωρισμένους όρους) δέχονται ισχυρή ώθηση από τον “πράσινο” ηλεκτρολογικό εξοπλισμό (όπως LED και ηλεκτρικοί μετρητές), με τις ελληνικές εξαγωγές να ξεχωρίζουν σε μεγάλο εύρος προορισμών (από Βαλκάνια μέχρι Βόρεια Αμερική). Σημειώνεται ότι σημαντικό τμήμα αυτών παράγονται στην Ελλάδα, ενώ το υπόλοιπο προωθείται στις γειτονικές χώρες από ελληνικές εταιρείες που λειτουργούν ως αποκλειστικοί αντιπρόσωποι πολυεθνικών – ανάγοντας έτσι την Ελλάδα σε ρόλο περιφερειακού κέντρου, προωθώντας παράλληλα τη μεταφορά τεχνογνωσίας και ισχυροποιώντας τα εμπορικά δίκτυα στην περιοχή.
Συνεκτιώντας τις συγκρατημένες προσδοκίες εξαγωγικών παραγγελιών και τη συνεχιζόμενη (αν και χαμηλότερης έντασης) αβεβαιότητα σε βασικές αγορές της Ευρώπης, η ΕΤΕ εκτιμά ότι οι ελληνικές εξαγωγές το 2023 αναμένεται να συνεχίσουν να κινούνται σε ήπια ανοδικούς ρυθμούς. Βάσει πρόδρομων δεικτών, εκτιμά ότι ως βασική κινητήριος δύναμη θα παραμείνουν οι εξαγωγές υψηλής τεχνολογίας, οι οποίες κινούνται με υψηλότερους ρυθμούς σταθερά κατά την τελευταία 6ετια σε σχέση με τις λοιπές ελληνικές εξαγωγές (με την απόκλιση να είναι της τάξης των 6-7 ποσοστιαίων μονάδων).
Η εξέλιξη αυτή, σε συνδυασμό με την ενίσχυση επενδύσεων R&D, αυξάνει την πιθανότητα σύγκλισης στο θετικό σενάριο της τράπεζας για μεσοπρόθεσμη ανάπτυξη εξαγωγών της τάξης του 8% ετησίως (έναντι 5% στο βασικό σενάριο). Παράλληλα, σημειώνει ότι η ενισχυμένη παρουσία του cluster προϊόντων υψηλής τεχνολογίας μπορεί να ευνοήσει ευρύτερα την ανάπτυξη και εξωστρέφεια της ελληνικής οικονομίας.