Του Κώστα Ράπτη
Προτού συμπληρωθεί μήνας από την αλλαγή καθεστώτος στη Δαμασκό, η ανησυχία είναι ήδη έκδηλη – τουλάχιστον στο Τελ Αβίβ. “Θα καταλήξουμε να νοσταλγούμε τον Άσαντ”, δήλωσε χαρακτηριστικά προς το al-monitor υψηλά ιστάμενη πολιτική πηγή του Ισραήλ, σχολιάζοντας τον ρόλο που έχει αναλάβει στη Συρία η χώρα του Ταγίπ Ερντογάν. “Ο Άσαντ”, συμπληρώνει η ίδια πηγή, “ήταν αδύναμος, επικεντρωμένος στη δική του επιβίωση και δεν είχε εδαφικές βλέψεις, ούτε φιλοδοξούσε να γίνει η ηγεμονική δύναμη της Μέσης Ανατολής, παραγκωνίζοντας το Ισραήλ”. Ο Τούρκος πρόεδρος είναι προφανώς κάτι το διαφορετικό – και οι μέχρι τώρα εξελίξεις ευνοούν το αναθεωρητικό του όραμα.
Ανήμερα της Πρωτοχρονιάς, στην πρώτη γέφυρα του Γαλατά στην Κωνσταντινούπολη συγκεντρώθηκαν, σύμφωνα με το πρακτορείο Anadolu, 450.000 Τούρκοι για να εκφράσουν την αλληλεγγύη τους στον παλαιστινιακό λαό, με συνθήματα όπως “Το κράτος-δολοφόνος του Ισραήλ θα λογοδοτήσει” και “Από το ποτάμι μέχρι τη θάλασσα η Παλαιστίνη θα είναι ελεύθερη”. Διοργανωτής υπήρξε η “Πλατφόρμα Εθνικής Βούλησης”, που συνασπίζει ούτε λίγο ούτε πολύ 308 μη κυβερνητικές οργανώσεις, σύμφωνα με τις πληροφορίες του Associated Press, και κεντρικός ομιλητής ήταν ο Μπιλάλ Ερντογάν, ήτοι ο πολυπράγμων υιός του προέδρου της Τουρκίας.
Ο Ερντογάν ο νεότερος γαλβάνιζε τα πλήθη επικαλούμενος το πρόσφατο συριακό προηγούμενο. “Οι Μουσουλμάνοι στη Συρία ήταν αποφασισμένοι, υπομονετικοί και πέτυχαν τη νίκη. Μετά τη Συρία, η Γάζα θα βγει νικηφόρα από την πολιορκία”, τόνισε χαρακτηριστικά. Το ότι οι Σύροι έπαψαν να έχουν εθνικό προσδιορισμό και περιγράφονται απλώς ως Μουσουλμάνοι, σαν να πέτυχαν μια νίκη επί απίστων και όχι μια πολιτική ανατροπή, είναι ήδη εύγλωττο. Όμως η συνέχεια υπήρξε περισσότερο εντυπωσιακή.
“Η Αγία Σοφία άνοιξε, το τέμενος των Ομεϋαδών απελευθερώθηκε, τώρα είμαστε εδώ για το τέμενος Αλ Άκσα της Ιερουσαλήμ. Κανείς ας μην σκεφτεί ότι η Τουρκία κοιμάται”, διακήρυξε ο προεδρικός υιός, συνδέοντας την πλέον εμβληματική κίνηση “ισλαμοποίησης” που προσέφερε ο Ερντογάν στο εσωτερικό του ακροατήριο, με την “άλωση” της Δαμασκού και τη φιλοδοξία αποκατάστασης της οθωμανικής εξουσίας στην ιστορική Παλαιστίνη.
Όλα αυτά μπορούν να συνδυασθούν με παλαιότερες δηλώσεις του Τούρκου προέδρου για την “προστασία” που πρόσφερε από τον 15ο αιώνα και εξής η Οθωμανική Αυτοκρατορία στους Εβραίους, σε έναν σαφή υπαινιγμό ότι και η σημερινή Τουρκία θα μπορούσε να δορυφοριοποιήσει το Ισραήλ.
Δεν θα ήταν φρόνιμο να παραβλέψει κανείς αυτή τη ρητορική ως απλό “πυροτέχνημα” προς εσωτερική κατανάλωση. Πόσω μάλλον αφότου η Τουρκία πέτυχε διά των ανταρτών της Χαγιάτ Ταχρίρ αλ Σαμ να μετατρέψει μέσα σε λίγες μέρες τη γειτονική της Συρία σε οιονεί τουρκικό προτεκτοράτο. Κερδίζοντας μάλιστα για αυτό τον θαυμασμό του Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος έκανε λόγο για “έξυπνη εχθρική εξαγορά” μιας χώρας την οποία η Άγκυρα “επιθυμούσε για χιλιάδες χρόνια”, ενώ επαίνεσε τον Ερντογάν και τον “ισχυρό στρατό” του.
Οι δύο κερδισμένοι
Ισραήλ και Τουρκία είναι αναμφίβολα οι δύο μεγάλοι κερδισμένοι της ανατροπής του Άσαντ, για την οποία πιθανότατα είχαν ένα είδος συντονισμού, αν κρίνουμε από την επίσκεψη του επικεφαλής της ισραηλινής υπηρεσίας πληροφοριών Σιν Μπετ στην Άγκυρα τον Νοέμβριο, με δηλωμένο αντικείμενο συνομιλιών την πιθανή συμβολή της γείτονος στις διαπραγματεύσεις για την απελευθέρωση των Ισραηλινών ομήρων στη Γάζα.
Έκτοτε όμως οι στόχοι τους αποκλίνουν, με την Τουρκία να επικεντρώνεται στην εμπέδωση της εξουσίας των εκλεκτών της στη Δαμασκό, την καταστολή της αυτόνομης κουρδικής οντότητας στη βορειοανατολική Συρία και την προώθηση των τουρκικών επιχειρήσεων στη μεταπολεμική συριακή ανοικοδόμηση (εξόδοις, όπως ελπίζεται, του διεθνούς παράγοντα και ιδίως των μοναρχιών του Κόλπου), ενώ αντίθετα το Ισραήλ έχει προελάσει στρατιωτικά στα Υψώματα του Γκολάν και το όρος Ερμών, έχει αφοσιωθεί στη συστηματική καταστροφή από αέρος της συριακής πολεμικής μηχανής και εντείνει τα “κουρδικά ανοίγματα” ως αντίβαρο στην προώθηση της Άγκυρας.
Η ιδιόμορφη χορογραφία των τουρκο-ισραηλινών σχέσεων, που διακρίνονται από πολιτικές εντάσεις αλλά και συνεχιζόμενες ανθηρές οικονομικές σχέσεις (συμπεριλαμβανομένων των εξαγωγών αζερικού πετρελαίου, πολύτιμου για την πολεμική προσπάθεια του Ισραήλ, από τουρκικούς λιμένες), καθώς και τακτική συνεργασία σε επίπεδο μυστικών υπηρεσιών, καθίσταται όλο και πιο περίπλοκη.
Ήδη οι δύο πλευρές έχουν επιδοθεί σε διπλωματικές αψιμαχίες, ανταλλάσσοντας καταδικαστικές ανακοινώσεις για τα εκατέρωθεν πεπραγμένα εις βάρος των Παλαιστινίων και των Κούρδων.
Το βλέμμα στον Τραμπ
Θα μπορούσε η δυναμική αυτή να οδηγήσει κάποτε σε θερμή αναμέτρηση; Οι αναλυτές επιμένουν να αποκλείουν αυτό το ενδεχόμενο, θεωρώντας αμοιβαία καταστροφικό ένα τέτοιο σενάριο και στρέφοντας τα βλέμματά τους στον διαιτητικό ρόλο που εκ των πραγμάτων καλείται να παίξει ο Ντόναλντ Τραμπ. Την ίδια ώρα, η απερχόμενη κυβέρνηση Μπάιντεν δημιουργεί τετελεσμένα, αυξάνοντας τον αριθμό των πεζοναυτών που βρίσκονται στα κουρδοκρατούμενα εδάφη.
Προς το παρόν, οι επιχειρήσεις των προσκείμενων στην Τουρκία μαχητών (με κάλυψη από τουρκικά drones και άρματα μάχης) συνεχίζονται με σφοδρότητα στην κουρδοκρατούμενη περιοχή του Μάνμπιτζ, όπου χθες καταγράφηκαν 24 νεκροί.
Πώς αξιοποιείται το “χαρτί” Οτσαλάν
Η προς τα έξω επιθετικότητα της Τουρκίας συμβαδίζει με την προσπάθεια σταθεροποίησης του εσωτερικού μετώπου, μέσω της δρομολόγησης μιας διαδικασίας εκτόνωσης του κουρδικού προβλήματος, όπως την πρότεινε πρώτος το φθινόπωρο ο ακροδεξιός εταίρος του Ερντογάν, Ντεβλέτ Μπαχτσελί.
Ο κρατούμενος στο Ιμραλί ιδρυτής του εκτός νόμου ΡΚΚ Αμπντουλάχ Οτσαλάν δέχθηκε το πρώτο έπειτα από μία δεκαετία επισκεπτήριό του, από δύο βουλευτές του φιλοκουρδικού κόμματος DEM, οι οποίοι εν συνεχεία εγκαινίασαν επαφές με την ηγεσία των λοιπών κομμάτων. Ο Οτσαλάν φέρεται, με το κύρος που διαθέτει στον κουρδικό πληθυσμό, έτοιμος να κηρύξει την αυτοδιάλυση του ΡΚΚ, χωρίς καμία βεβαιότητα ασφαλώς ότι θα τον ακολουθήσει η εξόριστη στα όρη του βόρειου Ιράκ στρατιωτική ηγεσία του κινήματός του. Επιπλέον, όροι που φέρεται να θέτει ο Οτσαλάν, όπως η παροχή αμνηστίας στα 4.000 και πλέον μέλη του ΡΚΚ που βρίσκονται στις τουρκικές φυλακές, αναμφίβολα θα περιπλέξουν τη διαπραγμάτευση.