Στο «μικροσκόπιο» μεγάλων διεθνών επενδυτών , όπως οι BlackRock, UBS, JP Morgan, Goldman Sachs, Franklin Templeton, Lazard, Oaktree, Fidelity, Brandes, TRowe, Amundi, Point72, Millennium, PIMCO και πολλοί ακόμα, βρέθηκαν την εβδομάδα αυτή οι ελληνικές τράπεζες στο συνέδριο της Bank of America στο Λονδίνο.
Οι διοικήσεις των τεσσάρων μεγάλων ελληνικών τραπεζών είχαν δεκάδες ραντεβού με επενδυτές και αναλυτές, προσλαμβάνοντας το ζωηρό ενδιαφέρον της διεθνούς επενδυτικής κοινότητας για τον ελληνικό τραπεζικό κλάδο.
Σημειώνεται ότι οι παρουσιάσεις των ελληνικών τραπεζών, που θα συνεχιστούν μέχρι και τον Δεκέμβριο, με αμέσως επόμενο ραντεβού στο Παρίσι στις 3 Οκτωβρίου, στο χρηματοοικονομικό συνέδριο της Societe Generale, έπονται των ισχυρών αποτελεσμάτων που ανακοίνωσαν για το α’ εξάμηνο και ενόψει των ανακοινώσεων για το εννεάμηνο την πρώτη εβδομάδα του Νοεμβρίου, ενώ συμπίπτουν με την επικείμενη νέα διάθεση μετοχών της Εθνικής Τράπεζας την 1η – 3 Οκτωβρίου.
Κέρδη και μερίσματα, επιτοκιακά έσοδα και ευαισθησία στις μειώσεις των επιτοκίων της ΕΚΤ, πιστωτική επέκταση και αναβαλλόμενος φόρος ήταν τα θέματα που απασχόλησαν τους ξένους επενδυτές και τους αναλυτές. Οι οποίοι, σε αυτή τη φάση, που οι ελληνικές τράπεζες έχουν εξυγιανθεί και ιδιωτικοποιηθεί (με εξαίρεση την Εθνική, στην οποία το Ελληνικό Δημόσιο θα διατηρήσει ποσοστό 8,39%), θέλουν να μάθουν τι παραπάνω θα έχει να προσδώσει εφεξής η κάθε τράπεζα στον ανταγωνισμό. Στο πλαίσιο αυτό, συζητήθηκαν εκτενώς οι προοπτικές συνεργασίας της Alpha Bank με τη Unicredit, το σχέδιο της Eurobank μετά την απόκτηση του 59% της Ελληνικής Τράπεζας στην Κύπρο, το άνοιγμα της Πειραιώς στο εξωτερικό μέσω της επικείμενης λειτουργίας της neobank Snappi και οι στόχοι της ETE μετά το placement επιπλέον ποσοστού της 10%.
Οπως ανέφεραν οι Ελληνες τραπεζίτες, για το τρέχον έτος οι τέσσερις συστημικές τράπεζες θα έχουν επίσης υψηλή κερδοφορία, αυξημένη άνω του 20% από πέρυσι, η οποία αναμένεται να κινηθεί στα 4,2 – 4,3 δισ. ευρώ. Με βάση την κερδοφορία αυτή και κατόπιν της έγκρισης του SSM, προσανατολίζονται (συντηρητικά) στη διανομή 40% ως μέρισμα στους μετόχους τους το 2025. Η παραγωγή κερδών είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τα έσοδα από τόκους, για τα οποία οι Ελληνες τραπεζίτες διαβεβαίωσαν ότι θα παραμείνουν ισχυρά, παρά την αποκλιμάκωση των επιτοκίων από την ΕΚΤ. Αυτό χάρη στο υψηλό επιτοκιακό περιθώριο (3,32% στο β’ τρίμηνο) με το οποίο δουλεύουν οι ελληνικές τράπεζες, αλλά και στην αναμενόμενη αύξηση της πιστωτικής επέκτασης.
Η υπερβάλλουσα ρευστότητα που διαθέτουν οι ελληνικές τράπεζες, αλλά και τα επενδυτικά έργα του Ταμείου Ανάκαμψης δίνουν μεγάλα περιθώρια αύξησης των χορηγήσεων, δεδομένου ότι το ποσοστό δανείων προς καταθέσεις βρίσκεται μόλις στο 60,32% για τις ελληνικές τράπεζες, έναντι 102,15% για τις ευρωπαϊκές. Σε ό,τι αφορά την ευαισθησία των επιτοκιακών εσόδων στις μειώσεις επιτοκίων της ΕΚΤ, οι τέσσερις ελληνικές συστημικές έχουν υπολογίσει πως για κάθε μείωση επιτοκίων κατά 25 μονάδες βάσης τα έσοδά τους θα μειώνονται κατά 12 εκατ. ευρώ στην Alpha Bank, 25 εκατ. στη Eurobank, 25-30 εκατ. στην Πειραιώς και 30-35 εκατ. ευρώ στην Εθνική. Αναφορικά με τον αναβαλλόμενο φόρο (DTC), οι ελληνικές τράπεζες ανέφεραν στους επενδυτές ότι θα υποχωρήσει σημαντικά μέσω της επίτευξης κερδοφορίας τα επόμενα χρόνια.
Στο τέλος του 2023, ο αναβαλλόμενος φόρος στα συνολικά κεφάλαια των τραπεζών είχε υποχωρήσει στα 13 δισ. ευρώ και συγκεκριμένα: 3,8 δισ. ευρώ στην Εθνική Τράπεζα, 3,35 δισ. ευρώ στην Τράπεζα Πειραιώς, 3,26 δισ. ευρώ στη Eurobank και 2,62 δισ. ευρώ στην Alpha Bank.