Του Κώστα Ράπτη
Στην κορύφωση της πανδημίας του κορονοϊού οι χώρες της Ε.Ε. εμφάνισαν το λυπηρό θέαμα να αποσπούν η μία από την άλλη ακόμη και φορτία μασκών στα αεροδρόμια, ενώ ως προς την εμβολιαστική θωράκιση απηύθυναν, με πρώτο τον Γάλλο πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν, την αντιφατική κατηγορία προς την υπό αποχώρηση Βρετανία τόσο ότι δεν τροφοδοτεί την άλλη όχθη της Μάγχης σε επαρκείς ποσότητες με το βρετανικής παραγωγής σκεύασμα της Astra Zeneca, όσο και ότι αυτό δεν είναι επαρκώς ασφαλές.
Μισή δεκαετία αργότερα, η αίσθηση της απειλής, όχι υγειονομικής αυτή τη φορά αλλά πολεμικής, είναι και πάλι ισχυρή, ο Εμανουέλ Μακρόν, καίτοι αποδυναμωμένος στο εσωτερικό, ακόμη προβάλει ως πρωταγωνιστής στα πανευρωπαϊκά πράγματα, η Βρετανία έχει μετατραπεί εκ νέου σε αναντικατάστατο φίλο, ενώ τα κενά στην παραγωγική βάση της Γηραιάς Ηπείρου δεν αφορούν πλέον τις μάσκες ή τα εμβόλια αλλά την ακόμη μεγαλύτερη πρόκληση του στρατιωτικού επανεξοπλισμού.
Και το κυριότερο: η αντιφατικότητα των όσων λέγονται και διαπράττονται δεν είναι μικρότερη, ούτε έχουν υποχωρήσει οι εθνικές ιδιοτέλειες που υποκρύπτονται πίσω από ό,τι παρουσιάζεται ως πανευρωπαϊκή πανστρατιά.
Οι ηγέτες των “27” πραγματοποιούν σήμερα έκτακτη σύνοδο κορυφής, μάλλον για… να βγάλουν την υποχρέωση. Διότι οι κυριότεροι εξ αυτών, μαζί με τους επικεφαλής των κοινοτικών οργάνων, έχουν ήδη δοκιμάσει τις προηγούμενες ημέρες, στο Παρίσι και στο Λονδίνο, άλλα ad hoc σχήματα, με τη συμμετοχή χωρών εκτός Ε.Ε., αλλά όχι του συνόλου των κρατών-μελών, καθώς κάποια εξ αυτών, όπως η Σλοβακία και η Ουγγαρία προεξοφλούνταν ότι θα έφερναν ενοχλητικές αντιρρήσεις, ενώ άλλα (στα οποία συμπεριλαμβάνεται εν μέρει και η Ελλάδα) θεωρούνταν απλώς περιορισμένου ειδικού βάρους. Πρόκειται για καίρια αμφισβήτηση του ρόλου της Ε.Ε. από μέρους όχι κάποιων κακόβουλων τρίτων, αλλά των ίδιων των ηγετών της.
Τον συναγερμό προκαλεί ό,τι αποκαλείται “ρωσική απειλή” – που παραδόξως γίνεται εντονότερα αισθητή τη στιγμή που συζητείται η κατάπαυση του πυρός στην Ουκρανία και όχι τα προηγούμενα χρόνια που μιλούσαν ανεμπόδιστα τα όπλα. Αλλά στην πραγματικότητα η απειλή ακούει στο όνομα “Ντόναλντ Τραμπ” – εξού και αποστέλλεται το αντιφατικό μήνυμα αφενός ότι η Ευρώπη θα πρέπει να προχωρήσει εν ανάγκη ερήμην των ΗΠΑ (θέση που ασφαλώς δεν μοιράζεται η Ιταλία της Μελόνι) και αφετέρου ότι η διατήρηση της αμερικανικής “ομπρέλας” ασφαλείας αποτελεί sine qua non.
Όμως ο Τραμπ έχει δυσανεξία στις υπαγορεύσεις και τους εκβιασμούς. Διακατέχεται δε από έναν ιδιόμορφο πραγματισμό: αν κάπου η “δουλειά” μπορεί να γίνει δια της εθνοκαθάρσεως, όπως λ.χ. στη Γάζα, θα συγκατατεθεί, αν πάλι αλλού συμφέρει η ειρήνευση πάλι θα κάνει τις αντίστοιχες επιλογές.
Εν προκειμένω, έχει διακηρύξει περισσότερες από μία φορές ότι δεν θα ρισκάρει έναν “Γ’ Παγκόσμιο Πόλεμο” φέρνοντας τις ΗΠΑ σε θέση άμεσης αναμέτρησης με μία πυρηνική δύναμη, όπως η Ρωσία, ενώ δεν μένει διόλου αδιάφορος στα πλεονεκτήματα μιας ευρύτερης συνεννόησης των αλλοτινών συμπρωταγωνιστών του Ψυχρού Πολέμου, που ξεκινούν από την αναγκαία ανανέωση των συμφωνιών για τον έλεγχο των εξοπλισμών, περνούν από τον διεμβολισμό της ρωσο-κινεζικής σχέσης και καταλήγουν στη συνεκμετάλλευση του ορυκτού πλούτου της Αρκτικής ή την πιθανή ρωσική διαμεσολάβηση στο ζήτημα του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν. Στη δε Ουκρανία, εάν κάποιοι ενδιαφέρονται για παράταση της σύγκρουσης, θα πρέπει να αναλάβουν, διαμηνύει, και το κόστος, χωρίς να επενδύουν σε αμερικανική εμπλοκή.
Στην Ευρώπη δεν επικρατεί αντίστοιχη αντίληψη του ρίσκου, ούτε κάποια ειδικά ευρωπαϊκή ανάγνωση των ευκαιριών. Υπάρχει πρωτίστως, ασχέτως των πραγματικών υλικών όρων, η υπεράσπιση ενός “αφηγήματος” για το τι αντιπροσωπεύει η Ε.Ε., το οποίο εδώ και καιρό έχει χαρακτήρα περισσότερο αρνητικό (απόκρουση απειλών) παρά θετικό.
Και πλέον η αντοχή του “αφηγήματος” περνά από την προθυμία των Ουκρανών να συνεχίσουν να αιμορραγούν και των Ευρωπαίων φορολογουμένων να χρηματοδοτούν μια πολεμική περιπέτεια, που όλος ο εκτός Ευρώπης κόσμος εκτιμά ότι έχει ήδη κριθεί.
Το ότι στο επίκεντρο των ευρωπαϊκών αντιστάσεων βρίσκεται ο Εμανουέλ Μακρόν δεν είναι τυχαίο. Σε αντίθεση με τη Βρετανία και τη Γερμανία, η χώρα του είναι η μόνη από τις “μεγάλες” της Ευρώπης που συμμετέχει ταυτοχρόνως στην Ε.Ε. και το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, ως μόνιμο μέλος με πυρηνικά όπλα. Ίσως για αυτό ο Ντόναλντ Τραμπ να αφιέρωσε στον Μακρόν κατά την πρόσφατη συνάντησή τους στη Ουάσιγκτον σαφώς περισσότερο χρόνο και λιγότερη ανοικτή περιφρόνηση απ’ ό,τι στον Βρετανό πρωθυπουργό Κιρ Στάρμερ, παρά την αμερικανοβρετανική “ειδική σχέση”.
Και αυτές τις πυρηνικές δυνατότητες της χώρας του επικαλέσθηκε ο ένοικος του Ελιζέ κατά το διάγγελμά του το βράδυ της Τετάρτης, δηλώνοντας πρόθυμος να τις θέσει στην υπηρεσία και των υπολοίπων Ευρωπαίων, όπως έχει προτείνει ο Γερμανός καγκελάριος εν αναμονή Φρίντριχ Μερτς.
(Δεν θα είναι η πρώτη φορά που η Γαλλία λειτουργεί ως proliferator. Σε παλαιότερους καιρούς βοήθησε κρυφίως το Ισραήλ να αποκτήσει το δικό του πυρηνικό οπλοστάσιο, κινούμενη από την άμεση επιδίωξη πάταξης του αραβικού εθνικισμού στην Αλγερία και γενικώς).
Στο κλείσιμο ενός μεγάλου ιστορικού κύκλου, με σημείο καμπής την επανεισδοχή της Γαλλίας στο στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ το 2007, ο Μακρόν αναδεικνύεται ως ο απόλυτος “αντι-Ντε Γκωλ”: στη θέση της “ενιαίας Ευρώπης από τα Ουράλια ως τη Μάγχη” που οραματιζόταν ο στρατηγός.
Μένει να φανεί αν η επίκληση του γαλλικού πυρηνικού οπλοστασίου αποτελεί στην πραγματικότητα τον τρόπο του Μακρόν να απεμπλακεί από την συζήτηση για την ανάπτυξη ευρωπαϊκών δυνάμεων στην Ουκρανία, τώρα που και η κυβέρνηση Ζελένσκι δηλώνει πρόθυμη να ακολουθήσει τους αμερικανικούς σχεδιασμούς.
Ωστόσο, ο Τραμπ δεν ξεχνά. Αν του λείπει η ιστορική γνώση σχετικά με τον μεταπολεμικό ρόλο των ΗΠΑ στην ευρωπαϊκή ενοποίηση από την πρώτη στιγμή της σύλληψής της, σίγουρα δεν του λείπει η μνησικακία για όσους αντιτάχθηκαν στην εκλογή του και διαπλέκονται με το “βαθύ κράτος” των αντιπάλων του, ελπίζοντας σε κάποια ρεβάνς. Στην εξελισσόμενη σύγκρουση διατλαντικών δικτύων εκείνοι οι Ευρωπαίοι που δεν ευθυγραμμίζονται με τη νέα κατάσταση αποτελούν δυνάμει απειλή και για την εγχώρια εξουσία του.