Οι εξελίξεις εντός και εκτός βουλής τρέχουν με ιλιγγιώδη ταχύτητα. Η «εισβολή» του λαϊκού παράγοντα στο προσκήνιο ανέτρεψε τα πολιτικά δεδομένα και ήταν αυτή που όρισε εν πολλοίς τις προτεραιότητες κυβέρνησης και αντιπολίτευσης. Και η αλήθεια είναι ότι οι πρώτες μετρήσεις φέρνουν de facto το πολιτικό σύστημα σε πολύ δύσκολη θέση δεδομένου ότι το 52,5% των πολιτών τάσσεται υπέρ των πρόωρων εκλογών, ενώ το 36% θεωρεί καταλληλότερο πρωθυπουργό τον «κανένα». Μπορούν άραγε να δημιουργηθούν προϋποθέσεις σύμπλευσης των προοδευτικών κομμάτων;
Τα «σημεία συνάντησης» ΠΑΣΟΚ-ΣΥΡΙΖΑ-ΝΕΑΡ-Πλεύσης
Η σύσταση προανακριτικής επιτροπής και η πρόταση δυσπιστίας αποτέλεσαν δύο καίρια σημεία πολιτικής συνάντησης των προοδευτικών κομμάτων. Στην πρώτη περίπτωση παραμένει ερώτημα εάν στην πορεία θα βρεθεί μεταξύ τους κοινός «βηματισμός». Πάντως, άπαντες επιλέγουν να «πυροβολούν» τον Χρήστο Τριαντόπουλο αλλά και τον ίδιο τον πρωθυπουργό. Όσο ο κόσμος δε, παραμένει στους δρόμους, φωνάζοντας για απόδοση δικαιοσύνης, οι πολιτικές δυνάμεις, που συντάσσονται με τους «εκτός» βουλής που πλημμύρισαν τις πλατείες της χώρας, θα αναγκαστούν να βρουν πεδία συνεννόησης. Υπό αυτό το πρίσμα, ανεξαρτήτως πρόθεσης, όσο η κοινωνική πίεση συντηρείται, οι δυνατότητες πολιτικών τακτικισμών δεν εκμηδενίζονται αλλά σίγουρα περιορίζονται.
Αν μη τι άλλο, η πρόταση δυσπιστίας αποτελεί σημείο καμπής. Το επιχείρημα και των 4 πλευρών είναι ένα: Μεταφέρουμε τη δυσπιστία της κοινωνίας απέναντι στην κυβέρνηση από τους δρόμους στο κοινοβούλιο. Βέβαια, είναι προφανές ότι υπήρξαν δυσκολίες συνεννόησης μεταξύ των κομμάτων προκειμένου να καταλήξουν σε μία κοινή πολιτική πρόταση. Από την άλλη, όλοι γνώριζαν ότι, ελλείψει κοινοβουλευτικής ομάδας με περισσότερους από 50 βουλευτές, η -έστω συγκυριακή- συμμαχία ήταν απαραίτητη προϋπόθεση έτσι ώστε να κατατεθεί η πρόταση μομφής. Συγχρόνως, υπάρχει μία κοινή εκτίμηση που ενοποιεί όλες τις πλευρές: Η κατηγορία για κυβερνητική συγκάλυψη στην υπόθεση των Τεμπών.
Η επόμενη ημέρα και η στάση των κομμάτων
Η ολοκλήρωση της τριήμερης συζήτησης στη Βουλή θα κλείσει έναν κοινοβουλευτικό κύκλο. Είναι άραγε σε θέση τα προοδευτικά κόμματα να αναπροσαρμόσουν τη στρατηγική τους με γνώμονα την επόμενη μέρα; Όσο πάντως, οι δημοσκοπήσεις αποτυπώνουν την κυβερνητική φθορά, χωρίς την ίδια ώρα να υπάρχει ένα κόμμα της προοδευτικής αντιπολίτευσης που να εμφανίζει ποσοστά ισχυρού αντίπαλου εκλογικού πόλου, το ζήτημα της συνεργασίας θα παραμένει στο τραπέζι. Αυτό το μήνυμα εκπέμπουν βουλευτές και στελέχη απ’ όλα τα κόμματα είτε επισήμως είτε στους διαδρόμους της Βουλής. Όσον αφορά δε την Πλεύση Ελευθερίας φαίνεται να καρπώνεται τα περισσότερα οφέλη στην παρούσα συγκυρία, καθώς κατάφερε μέσα σε διάστημα ενός μήνα να διπλασιάσει τα δημοσκοπικά ποσοστά της. Εντούτοις, δεν ισχύει το ίδιο για το ΠΑΣΟΚ, τον ΣΥΡΙΖΑ και τη Νέα Αριστερά.
Από τη Χαριλάου Τρικούπη έχουν καταστήσει σαφές ότι άλλος δρόμος από αυτόν της αυτόνομης πορείας δεν υπάρχει. Οι όποιες συμμαχίες θα γίνονται όπου κρίνεται απαραίτητο. Με τον πιο επίσημο τρόπο, η ηγεσία του κόμματος αποκλείει κάθε ενδεχόμενο συνεργασίας με τη Νέα Δημοκρατία σε οποιαδήποτε συνθήκη και υπό οποιαδήποτε προϋπόθεση. Εντούτοις, μεγάλο τμήμα των στελεχών της, ακόμη και κεντρικών, δεν φαίνεται να απορρίπτει το ενδεχόμενο μετεκλογικής συνεργασίας με τα κόμματα της αριστεράς. Είναι χαρακτηριστικά τα όσα ανέφερε στο In ο εκπρόσωπος τύπου Κώστας Τσουκαλάς. Συγχρόνως, στο εσωτερικό του Κινήματος ο πόλος που «ξορκίζει» το ενδεχόμενο συνεργασίας με την αριστερά είναι κάτι περισσότερο από υπαρκτός, λαμβάνοντας υπόψη ότι η Άννα Διαμαντοπούλου κατέγραψε πολύ ισχυρά ποσοστά στις πρόσφατες εσωκομματικές εκλογές. Κάποιοι εντός ΠΑΣΟΚ μιλούν για ισορροπίες «τρόμου», αναγνωρίζοντας παρ’ όλα αυτά ότι το κόμμα κινείται σε ανοδική πορεία και είναι σε θέση να αξιοποιήσει το πολιτικό «μομέντουμ» προς όφελός του.
Στο μεταξύ, η κοινή πρόταση δυσπιστίας φαίνεται πως έριξε εκ νέου «γέφυρες» μεταξύ Κουμουνδούρου και Πατησίων μετά την αποχή της Νέας Αριστεράς από την τελευταία προεδρική εκλογή. Μεγάλο τμήμα των στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ-όχι όμως όλοι- έχουν καταστήσει σαφές ότι επιδιώκουν μία νέου τύπου συνύπαρξη με τους πρώην συντρόφους τους. Παραδείγματος χάρη, η Όλγα Γεροβασίλη μίλησε για μία νέα κοινοβουλευτική ομάδα στην τρέχουσα κοινοβουλευτική περίοδο. Βέβαια, πρόκειται για πρόταση που δεν ενστερνίζονται όλα τα ηγετικά στελέχη, ενώ υπάρχουν και αυτοί που δεν δέχονται να συζητήσουν επί ίσοις όροις με τα στελέχη της ΝΕΑΡ.
Από την άλλη, στη Νέα Αριστερά δεν καταγράφεται μία ενιαία άποψη για το ζήτημα των συνεργασιών. Το λεγόμενο «λαϊκό μέτωπο» αποτελεί μεν ένα «κοινό έδαφος» στον εσωκομματικό χάρτη, ωστόσο, το ενδεχόμενο αποκλειστικής συνεργασίας με τον ΣΥΡΙΖΑ συναντά αρκετές αντιστάσεις τόσο στα ηγετικά κλιμάκια της Πατησίων όσο και σε επίπεδο βάσης. Υπό αυτή την έννοια, το ενδεχόμενο «συγκόλλησης» ΣΥΡΙΖΑ και ΝΕΑΡ φαντάζει αρκετά μακρινή υπόθεση. Τουλάχιστον προς το παρόν…