Τη συγκρατημένη αισιοδοξία τους ότι η διεθνής ζήτηση θα ανακάμψει μετά το δεύτερο τρίμηνο του 2024 εκφράζουν κύκλοι της εγχώριας νηματουργίας και ένδυσης, ενώ παράλληλα εντείνονται οι προσπάθειες των ελληνικών εταιρειών για την εκμετάλλευση της πιστοποίησης «European cotton» προκειμένου τα κερδίσουν τις προτιμήσεις των ξένων προμηθευτών που δίνουν έμφαση στα ESG κριτήρια και ειδικότερα στο μέτωπο της «πράσινης μετάβασης».
Ειδικότερα, η διοίκηση της Κλωστοϋφαντουργίας Ναυπάκτου αναμένει ότι «η ζήτηση θα επανέλθει σε φυσιολογικά επίπεδα από το Μάρτιο του 2024 και μετά», εκτίμηση με την οποία συμφωνούν και άλλοι παράγοντες της αγοράς. Η ευρωπαϊκή ζήτηση άρχισε να σημειώνει κάμψη από το τελευταίο τρίμηνο του 2021, η οποία εντάθηκε μετά την άνοιξη της περυσινής χρονιάς όταν είχε ξεκινήσει ο πόλεμος στην Ουκρανία και είχαν εκτιναχθεί τόσο το ενεργειακό κόστος, όσο και ο πληθωρισμός.
Η δραστική μείωση της ζήτησης αποδίδεται στο ότι τα νοικοκυριά της Ευρώπης προσπαθώντας να διαχειριστούν το αυξημένο κόστος που κλήθηκαν να αντιμετωπίσουν στα ράφια των super markets, επέλεξαν να περικόψουν τις αγορές τους σε ρούχα, κάνοντας χρήση όσων είχαν ήδη αγοράσει κατά το παρελθόν.
Παράλληλα, οι πελάτες των ελληνικών νηματουργιών -διαπιστώνοντας τη συγκεκριμένη κατάσταση- αποφάσισαν να προχωρήσουν και αυτή σε μείωση των δικών τους αποθεμάτων (destocking).
Έτσι, μέσα στο πρώτο φετινό εξάμηνο, οι ελληνικές εταιρείες πούλησαν λιγότερα προϊόντα και μάλιστα εκείνα που σε μεγάλο βαθμό είχαν παραχθεί κατά το δεύτερο εξάμηνο του 2022, όταν δηλαδή το ενεργειακό κόστος βρισκόταν στα ύψη. Ο συνδυασμός αυτός τις υποχρέωσε σε ζημιογόνα αποτελέσματα.
Ποιος, όμως, είναι ο βασικότερος λόγος συγκρατημένης αισιοδοξίας για μια ανάκαμψη της ζήτησης από το δεύτερο τρίμηνο του 2024 και μετά; Το γεγονός ότι οι περισσότεροι Ευρωπαίοι δεν θα έχουν αγοράσει ρούχα για χρονικό διάστημα που θα προσεγγίζει τα δύο χρόνια, οπότε από κάποιο χρονικό σημείο και μετά θα κληθούν αναγκαστικά να το πράξουν.
Μια δεύτερη ενθαρρυντική εξέλιξη είναι το ότι το ενεργειακό κόστος είναι σαφώς μειωμένο σε σύγκριση με το αντίστοιχο περυσινό, οπότε σε κάποιο βαθμό τα περιθώρια κέρδους θα ανακάμψουν σε σχέση με τα αρνητικά επίπεδα του πρώτου φετινού εξαμήνου 2023, όχι όμως άμεσα, αλλά μόνο όταν θα αρχίσει να ανακάμπτει η ζήτηση και η παραγωγή νημάτων.
Τέλος, μια ακόμη πηγή συγκρατημένης αισιοδοξίας είναι η αξιοποίηση του «European Cotton» προκειμένου κάποιοι από τους μεγάλους πελάτες να επιλέξουν να αγοράσουν από τις ευρωπαϊκές εταιρείες και όχι από αυτές της Ασίας.
Στο πλαίσιο αυτό, η Κλωστοϋφαντουργία Ναυπάκτου σημειώνει ότι «η εταιρεία ενισχύει τις εμπορικές της σχέσεις με ευρωπαϊκά brand names και υλοποιεί εξειδικευμένα προγράμματα παραγωγής νημάτων με ιχνηλασιμότητα και πρωτοποριακές μεθόδους καλλιέργειας («από το χωράφι στο ράφι») μέσω των οποίων θα διαφοροποιηθεί από τον ανταγωνισμό. Ταυτόχρονα, έχει πιστοποιηθεί ως εγκεκριμένος προμηθευτής αυτών των ειδών, με τις πρώτες ζητήσεις να αναμένονται από τον Δεκέμβριο του τρέχοντος έτους και να αυξάνονται σταδιακά».
Τα αιτήματα του κλάδου
Σε κάθε περίπτωση πάντως, το 2023 εξελίσσεται σε μια πολύ δύσκολη χρονιά για την κλωστοϋφαντουργία, η οποία προκειμένου να ανακάμψει ουσιαστικά ως κλάδος απαιτείται σειρά παρεμβάσεων από την ελληνική Πολιτεία.
Σε πρόσφατη τοποθέτησή του άλλωστε, ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών Κλωστοϋφαντουργίας Ελευθέριος Κούρταλης, έθεσε ως αιτήματα, μεταξύ άλλων:
- Δράσεις για τη μείωση του ενεργειακού κόστους στον κλάδο.
- Μέτρα έτσι ώστε η «πράσινη» κλωστοϋφαντουργία και βιομηχανία ένδυσης να αντιμετωπίσουν ισότιμα το διεθνή ανταγωνισμό που συνεχώς θα οξύνεται.
- Αλλαγή στάσης των τραπεζών που καλούνται να χρηματοδοτήσουν κάθε αναπτυξιακή πρωτοβουλία των φορέων του κλάδου.
- Ευρύτερη συμμετοχή της κλωστοϋφαντουργίας στους πόρους του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης.
- Ουσιαστικότερη ενίσχυση πρωτοβουλιών κλωστοϋφαντουργιών για την καθετοποίηση της παραγωγικής τους διαδικασίας, έτσι ώστε να περιοριστεί η εξαγωγή ακατέργαστου βάμβακος.