*γράφει ο Δημήτριος Κ. Ρούσσης
Μέρες που τρέχουν, χρήσιμο είναι να μη λησμονούμε τα βασικά ορόσημα της σταδιακής φθοράς του κοινωνικοπολιτικού μας συστήματος, η οποία ολοκληρώθηκε και τυπικά με την είσοδο στη μνημονιακή περίοδο της ενισχυμένης ξενικής εποπτείας και την πλήρη κατάρρευση του μεταπολιτευτικού μοτίβου του πολιτεύεσθαι [αρχόντων τε και πολιτών].
Ορόσημο -αναμφισβήτητα αρνητικό- τυγχάνει η προεδρική εκλογή του 1985, η οποία θα πρέπει να θεωρείται άρρηκτα συνυφασμένη με την συνταγματική αναθεώρηση του 1986, ως προς το σκέλος της περιστολής των αρμοδιοτήτων του Προέδρου της Ε’ Ελληνικής Δημοκρατίας. Δεν χρειάζεται να αναχθούμε στις ιστορικές λεπτομέρειες των συμβάντων και την (αντι)συνταγματική-(αντι)θεσμική τους διάσταση. Πρέπει όμως να εντοπίσουμε τι ακριβώς τούτα σηματοδότησαν.
Η πολιτική εξαπάτηση του τότε Προέδρου Καραμανλή από τον τότε Πρωθυπουργό Ανδρέα με γνώμονα αμιγώς τα μικροκομματικά οφέλη του τελευταίου ενόψει των πολωμένων εκλογών του ιδίου καλοκαιριού αποτέλεσε τη θριαμβική πρόταξη -στο εν γένει πεδίο της πολιτικής και της κοινωνίας- του μακιαβελισμού ως ανεκτής μεθόδου του συναλλάσσεσθαι: της επικράτησης με κάθε θεμιτό και ιδίως αθέμιτο μέσο. Μια στάση που επιβραβεύθηκε έκτοτε σε πλείστες εκλογικές αναμετρήσεις και διαπότισε όχι μόνον τις δημόσιες, αλλά και τις ιδιωτικές σχέσεις και συναλλαγές.
Η επακόλουθη συνταγματική αναθεώρηση του 1986, που ψαλίδισε τις παρεμβατικές αρμοδιότητες του Προέδρου της Δημοκρατίας, απονεύρωσε ουσιαστικά τον θεσμό και εκθεμελίωσε μερικώς το πολιτειακό μας σύστημα. Υπήρξε το απαραίτητο στρατηγικό συμπλήρωμα στην καθεστωτική επικράτηση του κόμματος-κράτους. Έτσι, το πολιτειακό σύστημα απώλεσε έναν καίριο πυλώνα θεσμικής αναφοράς και πολιτικής σταθερότητας και λειτουργεί έκτοτε με βάση τις μονιστικές επιδιώξεις ενός κλειστού συστήματος εξουσίας, το οποίο συνήθως απαρτίζεται από πρόσωπα γύρωθεν του εκάστοτε πρωθυπουργού, τα οποία ανεξαρτήτως κινήτρων και δεξιοτήτων, δεν αντλούν την ισχύ τους από την λαϊκή νομιμοποίηση.
Εν έτει 2025, είναι το πολιτειακά ανισόρροπο και μονοδιάστατο αυτό σύστημα, που πρέπει να ανασχηματισθεί. Παρίσταται πλέον μια ιστορική ευκαιρία στον Πρωθυπουργό και την παρούσα κοινοβουλευτική πλειοψηφία να προτείνει, όχι μόνον την χρονική αναμόρφωση της θητείας του Ανωτάτου Άρχοντος, αλλά και την ουσιαστική επαύξηση των αρμοδιοτήτων του προς τον σκοπό της επανάκτησης του απολεσθέντος χαρακτήρα της προεδρευομένης κοινοβουλευτικής δημοκρατίας μας και της διαμόρφωσης ενός εύρυθμου και ισόρροπου πολιτικού συστήματος.
Στην αντίθετη περίπτωση, οι ιστορικοί του μέλλοντος δεν θα μιλούν μόνον για μια καχεκτική δημοκρατία, όπως πράττει ιδίως η αριστερή γραφίδα, για τα έτη 1949-1967, αλλά και για μια χωλή δημοκρατία για τα έτη από το 1985 και επέκεινα.
* Ο Δημήτριος Κ. Ρούσσης είναι Επίκουρος Καθηγητής Νομικής Σχολής ΑΠΘ-Δικηγόρος Αθηνών