Του Κώστα Ράπτη
Είναι ακόμη νωρίς. Αυτό δηλώνει η Τουρκία ως προς την προοπτική δημιουργίας στρατιωτικών βάσεών της στη Συρία, την επαύριο της πρώτης επίσκεψης του Άχμεντ αλ Σάρα ως (αυτοανακηρυχθέντος) προέδρου της Συρίας στην Άγκυρα.
“Θα υπάρξει εργασία για τη διαμόρφωση ενός κοινού οδικού χάρτη, σύμφωνα με τις απαιτήσεις της νέας συριακής κυβέρνησης, και για να γίνουν συγκεκριμένα βήματα ώστε να βελτιωθεί η ικανότητα του συριακού στρατού”, ανέφερε τουρκική στρατιωτική πηγή, απαντώντας στο δημοσίευμα του Πρακτορείου Ρόιτερς ότι αντικείμενο των συνομιλιών κορυφής της Τρίτης ήταν και η συνυπογραφή αμυντικού συμφώνου με το οποίο η Τουρκία θα αναλάμβανε την εκπαίδευση του νέου συριακού στρατού, αλλά και τη δημιουργία δύο αεροπορικών βάσεων στο έδαφος της γείτονός της, με δικαίωμα χρήσης του συριακού εναέριου χώρου.
Το δημοσίευμα του Ρόιτερς επικαλούνταν έναν περιφερειακό υψηλόβαθμο αξιωματούχο υπηρεσίας πληροφοριών, έναν αξιωματούχο των συριακών δυνάμεων ασφαλείας και δύο πηγές σε ξένες δυνάμεις ασφαλείας με έδρα τη Δαμασκό.
Μολονότι η Άγκυρα εμφανίζεται να μη βιάζεται (ή τέλος πάντων επιθυμεί να πείσει για αυτό το διεθνές ακροατήριο), γεγονός παραμένει ότι οι εξελίξεις στη Συρία, στις οποίες η ίδια έπαιξε καταλυτικό ρόλο, της προσφέρουν ευκαιρία να αντιμετωπίσει από πλεονεκτικότερη θέση την “υπαρξιακή” της απειλή, που ακούει στο όνομα του κουρδικού αυτονομισμού.
Μετά την πτώση του Άσαντ, η Άγκυρα έχει καλέσει κατ’ επανάληψη για διάλυση των μαχητών των κουρδικών Μονάδων Προστασίας του Λαού (YPG) και τη νέα κυβέρνηση να αντιμετωπίσει το ζήτημα, προειδοποιώντας ότι, αν δεν το κάνει, θα εξαπολύσει νέα διασυνοριακή επίθεση.
Η Τουρκία θεωρεί πως οι YPG, που αποτέλεσαν την αιχμή του δόρατος των υποστηριζόμενων από τις ΗΠΑ Συριακών Δημοκρατικών Δυνάμεων, είναι τρομοκράτες που συνδέονται με τους μαχητές του Εργατικού Κόμματος του Κουρδιστάν (PKK) που πραγματοποιούν αντάρτικο εδώ και δεκαετίες στο τουρκικό έδαφος. Οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ευρωπαϊκή Ένωση κατατάσσουν και αυτές το PKK στις τρομοκρατικές οργανώσεις.
“Επιστράτευση” Οτσαλάν
Δεν είναι τυχαία άλλωστε η δρομολόγηση στο εσωτερικό της Τουρκίας μιας πολιτικής διαδικασίας για εκτόνωση του κουρδικού ζητήματος, με αξιοποίηση του ιστορικού ηγέτη του ΡΚΚ Αμπντουλάχ Οτσαλάν, ο οποίος βρίσκεται έγκλειστος στο νησί του Ιμραλί. Η άρση της απομόνωσης του Οτσαλάν χρησιμοποιείται ως μοχλός για να εκμαιευθεί από μέρους του μία δημόσια δήλωση αυτοδιάλυσης του ΡΚΚ, ώστε το κύρος του μεταξύ του κουρδικού στοιχείου να υπηρετήσει την αναγκαία θωράκιση του “εσωτερικού μετώπου” της Τουρκίας (και τα σχέδια του Ερντογάν για συνταγματική αναθεώρηση), όσο εκκρεμεί το ξεκαθάρισμα της κατάστασης νοτίως των συνόρων. Το αν, όμως, η όποια πρωτοβουλία Οτσαλάν αρκεί για να πεισθεί η εξόριστη στρατιωτική ηγεσία του ΡΚΚ στα όρη Καντίλ του βορείου Ιράκ, καθώς και η νεότερη γενιά μαχητικών ακτιβιστών εντός Τουρκίας, αποτελεί ανοικτό ερώτημα.
Στην εξίσωση θα πρέπει να προστεθεί και ο “άγνωστος” που αντιπροσωπεύει ο Ντόναλντ Τραμπ, καθώς η νέα προεδρική θητεία του συνοδεύεται ήδη από την αναβίωση σεναρίων για απόσυρση των Αμερικανών πεζοναυτών που σταθμεύουν στο κουρδοκρατούμενο ανατολικό τρίτο της συριακής επικράτειας.
Παλαιστινιακή περιπλοκή
Όμως οι κινήσεις της Τουρκίας στη Συρία δεν αποβλέπουν μόνο σε μια περικύκλωση του YPG. Αφορούν ένα ευρύτερο παιχνίδι προβολής ισχύος στην περιοχή, με κυρίαρχο το ερώτημα εάν η νέα Συρία θα διατηρήσει στοιχειωδώς την ενότητά της, εντασσόμενη σε “τροχιά” περί την Τουρκία, ή θα οδεύσει προς τον κατακερματισμό της, κατά τις βαθύτερες επιθυμίες του κράτους του Ισραήλ.
Εξ ου και η τεταμένη διπλωματική “χορογραφία” των ημερών ανάμεσα στην Άγκυρα και το εβραϊκό κράτος. Η “ανατίναξη” του υφιστάμενου πλαισίου συζήτησης του παλαιστινιακού ζητήματος από τον Ντόναλντ Τραμπ με τις προτάσεις του τελευταίου για τη Λωρίδα της Γάζας επιτρέπει στην Άγκυρα να δηλώσει και πάλι παρούσα, αλλά και περιπλέκει τις σχέσεις με τη Ουάσινγκτον.
Ο υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας, Χακάν Φιντάν, χαρακτήρισε απαράδεκτο το σχέδιο για την απομάκρυνση των κατοίκων της Γάζας, λέγοντας ότι πρόκειται για μία κατάσταση που ούτε η Τουρκία, ούτε οι χώρες της περιοχής θα αποδεχτούν. “Αυτός ακριβώς είναι ο λόγος για τον οποίο ξεκίνησε το Παλαιστινιακό Ζήτημα. Με άλλα λόγια, είναι ένα πρόβλημα που ξεκίνησε με την εκδίωξη των Παλαιστινίων από τα εδάφη τους και την αντικατάστασή τους από Ισραηλινούς”, δήλωσε σε συνέντευξή του προς το πρακτορείο Anadolu.
Ερωτηθείς για τις αμερικανοτουρκικές σχέσεις και πότε θα υπάρξει απευθείας επαφή του προέδρου Ερντογάν με τον Ντόναλντ Τραμπ, ο Χακάν Φιντάν δήλωσε: “Υπάρχουν κάποιες αποφάσεις και δηλώσεις που προκαλούν μεγάλη αναταραχή. Μέσα σε αυτή τη μεγάλη εικόνα, παρακολουθούμε στενά το πού θα “κάτσουν” οι σχέσεις των ΗΠΑ με την Τουρκία και πώς θα τις χειριστούμε αναλόγως. Κάνουμε τις προετοιμασίες μας. Ο πρόεδρός μας έχει ένα όραμα για το θέμα αυτό. Όλα τα υπουργεία κάνουν τις προετοιμασίες τους. Ως υπουργείο Εξωτερικών, συγκεντρώνουμε αυτές τις προετοιμασίες και φτιάχνουμε έναν φάκελο. Από εδώ και πέρα, θα συζητήσουμε για το πώς μπορούμε να βελτιώσουμε τις σχέσεις μας με τις ΗΠΑ σε πολλούς τομείς κατά τη νέα περίοδο”.
Πρόκειται ασφαλώς για μία πολύ “ευγενική” μεταχείριση του Τραμπ, δεδομένης της αγανάκτησης με την οποία αντιμετωπίζονται κατά τα λοιπά οι τελευταίες δηλώσεις του.
Με το βλέμμα στην άρση των αμερικανικών κυρώσεων
Αναφορικά με τις κυρώσεις CAATSA, του νόμου για την αντιμετώπιση των αντιπάλων της Αμερικής μέσω κυρώσεων, ο επικεφαλής της τουρκικής διπλωματίας δήλωσε:
“Όπως γνωρίζετε, υπήρξε πολύ έντονη διπλωματική κινητικότητα τον τελευταίο ενάμιση χρόνο με την απερχόμενη κυβέρνηση. Ο μηχανισμός στρατηγικής εταιρικής σχέσης άρχισε να λειτουργεί και πάλι. Σε ορισμένα θέματα ελήφθησαν αποστάσεις. Φτάσαμε μάλιστα την τελευταία περίοδο στο σημείο να εξετάζουμε τι μπορεί να γίνει με τις CAATSA. Οι θέσεις μας για τις CAATSA είναι σαφείς.
Πρόκειται για μια στάση που δεν αρμόζει σε μια σχέση συμμαχίας. Δεν αρμόζει σε μια σχέση συμμαχίας το να υπόκειται η Τουρκία σε μια τέτοια κύρωση με έναν νόμο που ψηφίστηκε στις ΗΠΑ. Πρώτα απ’ όλα, αυτό πρέπει να εξαλειφθεί. Είναι ασύμβατο με το πνεύμα της συμμαχίας να επιβάλλουν δύο χώρες μέλη του ΝΑΤΟ τέτοιες κυρώσεις η μία στην άλλη”.
Ο επικεφαλής της τουρκικής διπλωματίας υπενθύμισε άλλωστε ότι τα νέα μέλη του Κογκρέσου έχουν μόλις αναλάβει καθήκοντα, το ίδιο και ο Αμερικανός πρόεδρος, προβλέποντας ότι “από τον Μάρτιο και μετά, τα θέματα αυτά θα συζητηθούν σιγά-σιγά”.