Οι ελληνικές τράπεζες είναι διασφαλισμένες ακόμη και σε περίπτωση που τα επιτόκια της ΕΚΤ μειωθούν έως και το 1,50%, χωρίς να χρειαστεί να λάβουν επιπλέον μέτρα ή αντισταθμίσεις. Αντίθετα, θα ωφεληθούν από την παράταση της περιόδου σταθερότητας στα περιθώρια των επιτοκίων για τουλάχιστον δύο ακόμη μήνες.
Η τελευταία απόφαση της ΕΚΤ για μείωση των επιτοκίων είχε τεθεί σε ισχύ από τις 11 Ιουνίου. Οι ελληνικές τράπεζες είχαν ήδη μια τρίμηνη περίοδο σταθερότητας, αλλά η απόφαση της ΕΚΤ να διατηρήσει τα επιτόκια αμετάβλητα, όπως αναμενόταν, παρατείνει την περίοδο αυτής της ηρεμίας όχι μόνο για έναν, αλλά για δύο μήνες, έως τις 30 Οκτωβρίου, που είναι η ημερομηνία της επόμενης συνεδρίασης.
Αυτό σημαίνει ότι το μεγαλύτερο μέρος του έτους, με διάρκεια τουλάχιστον πέντε μηνών, θα κυλήσει με το βασικό επιτόκιο της ΕΚΤ στο 2%. Τα περιθώρια κέρδους στα επιτόκια των ελληνικών τραπεζών δεν αναμένεται να παρουσιάσουν σημαντική μεταβολή στο τρίτο τρίμηνο σε σύγκριση με το δεύτερο τρίμηνο.
Η χρονιά ξεκίνησε με επιτόκιο 3%, πριν από την πρώτη μείωση στο 2,75% τον Φεβρουάριο. Οι πιθανότητες συγκλίνουν πλέον στο σενάριο ενός ικανοποιητικού μέσου επιτοκίου για το έτος, με τα περιθώρια των ελληνικών τραπεζών να είναι συγκριτικά υψηλά στην Ευρώπη, αν και όχι τα ακριβότερα.
Χαρακτηριστικά, στην ανακοίνωσή της η ΕΚΤ ανέφερε ότι από την προηγούμενη συνεδρίασή της “τα βραχυπρόθεσμα επιτόκια της αγοράς αυξήθηκαν, ενώ τα μακροπρόθεσμα παρέμειναν σε γενικές γραμμές αμετάβλητα”. Οι ελληνικές τράπεζες που κινήθηκαν με πιο αργό ρυθμό συνέχισαν να μειώνουν τα επιτόκιά τους, αλλά διατηρούν υψηλά περιθώρια.
Σύμφωνα με την ανακοίνωση της ΕΚΤ, “το μέσο επιτόκιο στα νέα δάνεια προς επιχειρήσεις υποχώρησε στο 3,5% τον Ιούλιο, από 3,6% τον Ιούνιο. Το μέσο επιτόκιο στα νέα στεγαστικά δάνεια παρέμεινε επίσης αμετάβλητο στο 3,3%”.
Συγκριτικά, σύμφωνα με την ΤτΕ, το μέσο επιτόκιο στα νέα δάνεια προς επιχειρήσεις στην Ελλάδα υποχώρησε στο 3,92% από 4,11% τον Ιούλιο και είναι 0,42% υψηλότερο από το μέσο ευρωπαϊκό. Το μέσο επιτόκιο για στεγαστικά δάνεια στην Ελλάδα υποχώρησε τον Ιούλιο στο 3,52% από 3,59%, έναντι 3,3% στην Ευρώπη. Και τα επιτόκια στα καταναλωτικά δάνεια αυξήθηκαν στην Ελλάδα από το 10,19% στο 10,45% τον Ιούλιο.
Τα ισχυρά margin των ελληνικών τραπεζών δεν είναι όμως ο μοναδικός λόγος που οι ελληνικές τράπεζες είναι από τις πιο ευνοημένες από την σταθεροποίηση των επιτοκίων. Ο άλλος λόγος είναι οι μεγάλες εκταμιεύσεις νέων δανείων που έχουν ήδη κάνει στο πρώτο εξάμηνο της χρονιάς.
Έτσι, τα έσοδα από τους τόκους στα νέα δάνεια θα αυξάνονται στην πορεία χτίζοντας τα κέρδη του έτους, ενώ οι μεγάλες εκταμιεύσεις στο πρώτο εξάμηνο που έγιναν με μέσο επιτόκιο άνω του 2,50% διαμόρφωσαν ισχυρή βάση εκκίνησης. Όπου τα έσοδα από τόκους αποτελούν σταθερά το μεγαλύτερο τμήμα, περισσότερο από το 75% των συνολικών εσόδων τους και συνεπώς παραμένουν το πιο κρίσιμο στοιχείο για την κερδοφορία τους.