Η κυβέρνηση την τελευταία Κυριακή του Γενάρη έζησε κάτι που δεν είχε την τιμή να βιώσει νωρίτερα. Τουλάχιστον όχι με τον Κυριάκο Μητσοτάκη πρωθυπουργό.
Ένιωσε την οργισμένη ανάσα εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων, εντός και εκτός Ελλάδος να συντονίζεται εναντίον της.
Γιατί η συγκέντρωση για το έγκλημα των Τεμπών, δεν ήταν απλά μία ακόμα συγκέντρωση.
Δεν ήταν μία σιωπηρή διαμαρτυρία.
Ήταν μία κραυγή που διεκδικούσε την αλήθεια.
Ήταν μία κραυγή που απαιτούσε απόδοση ευθυνών.
Ήταν μία κραυγή που ούρλιαζε για την δικαίωση 57 νεκρών.
Αυτή η κραυγή υποχρέωσε τον Κυριάκο Μητσοτάκη να δώσει μία συνέντευξη απολογούμενος.
Να παραδεχθεί «ενδεχόμενα» λάθη, να υποσχεθεί απόδοση ευθυνών.
Να απαιτήσει αλλαγή πλεύσης από την κυβέρνηση του και ενδείξεις μετάνοιας από τους εμπλεκόμενους υπουργούς, για να μετριάσει την οργή.
Απαίτησε ακόμα και από τους υπουργούς του που είχαν αναλάβει ρόλο «αυτοφοράκια», ζητώντας σε κάθε δημόσια τοποθέτηση τους από το λαό να ξεχάσει το έγκλημα, να αποδεχθεί ότι ήταν ένα «ατύχημα» και να μην γκρινιάζει, ψέγοντας ακόμα και τους συναδέλφους τους που είχαν την τιμή – ή την εξυπνάδα – να μείνουν σιωπηλοί, να μπουν στα κελιά τους και να σιωπήσουν για λίγο.
Οι πολίτες πλέον σηκώνουν το δάχτυλο και δείχνουν την κυβέρνηση και τις ευθύνες της για το έγκλημα των Τεμπών συνολικά.
Δεν αποδέχονται τη συγκάλυψη και απαιτούν να διορθωθούν οι πραγματικές αιτίες που οδήγησαν στο έγκλημα των Τεμπών.
Απαιτούν την αλήθεια τόσο για το τι προκάλεσε την σύγκρουση, όσο και για το τι τελικά μετέφερε η εμπορική αμαξοστοιχία.
Ζητούν να μάθουν γιατί έπρεπε να αλλοιωθεί ο τόπος του εγκλήματος.
Και η λαϊκή οργή είναι αβάσταχτο βάρος για κάθε κυβέρνηση.
Ακόμα και αν έχει κάνει ότι μπορεί για να μην υπάρχει τρόπος να «πέσει». Με την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας, για παράδειγμα.
Θυμίζοντας ακόμα και σε ένα πρωθυπουργό που θεωρεί ότι παίζει χωρίς αντίπαλο, πως δεν υπάρχουν αδιέξοδα και αναντικατάστατοι στην πολιτική και στη ζωή.
Δείχνοντας σε όλους και στην Πρόεδρο της Δημοκρατίας, στον πρωθυπουργό και όχι μόνο, πως δεν φτάνουν τα ανέξοδα δάκρυα για την εξιλέωση. Πρέπει να σκύψεις στο χώμα.
Να ακουμπήσεις το αίμα.
Να δείξεις σεβασμό.
Να αγκαλιάσεις αυτούς που έμειναν πίσω και να δεσμευτείς ότι θα παλέψεις για να τους δικαιώσεις.
Και όχι να απαιτείς να πιστέψουν μία βολική εκδοχή, μέχρι να σου βάλουν το μαχαίρι στο λαιμό και τότε να επιχειρείς ξανά να τη γλιτώσεις με το λιγότερο δυνατό κόστος.
Υπό το βάρος αυτής της τεράστιας οργής και με ζητούμενο την εξιλέωση της κυβέρνησης, με την ελπίδα να επιβιώσει, η ΝΔ ως νέα «Σαλώμη» ζητά την κεφαλή του τότε υπουργού Μεταφορών, Κώστα Αχ. Καραμανλή, επί πίνακι, θεωρώντας ότι έτσι θα εξιλεωθεί. Του Κώστα Αχ. Καραμανλή που ο αρχηγός του κόμματος, Κυριάκος Μητσοτάκης έβαλε ξανά στις λίστες της ως υποψήφιο βουλευτή και κατάφερε να εξασφαλίσει μία θέση στη Βουλή.
Την ίδια στιγμή ο υφυπουργός Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας και βουλευτής σήμερα, τότε, στο έγκλημα των Τεμπών, υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ Χρήστος Τριαντόπουλος, ενόψει της Προανακριτικής Επιτροπής για το μπάζωμα στα Τέμπη, έδωσε μία υποσχετική παραίτησης. Από υφυπουργός. Για τη «διευκόλυνση της διαδικασίας και του έργου της Κυβέρνησης».
Αλήθεια αρκεί για την εξιλέωση της κυβέρνησης απλά να πετάξει τον Κώστα Αχ. Καραμανλή και να δεχθεί την υποσχετική παραίτησης από τον Τριαντόπουλο;
Αρκεί η προσπάθεια κατακερματισμού – σαλαμοποίησης πιο λαϊκά – της υπόθεσης των Τεμπών για να πιστέψει η κυβέρνηση ότι θα γλιτώσει με τα πιο ελαφρά δυνατά τραύματα;
Οι 57 νεκροί των Τεμπών κατάφεραν να βγάλουν εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες στους δρόμους.
Η οργή του λαού έδειξε ότι αυτοί οι 57 νεκροί πονάνε περισσότερο από κάθε άλλο θέμα.
Ή ότι έγιναν αυτή η αποφασιστική σταγόνα για να ξεχειλίσει το ποτήρι.
Και με την οργή αυτή δεν μπορείς να ξεμπερδέψεις εύκολα. Ούτε με υποσχετικές παραίτησης, ούτε με ένα ανάθεμα στον τότε υπουργό Μεταφορών.
Θέλει πολλά περισσότερα.
Οι 57 νεκροί φωνάζουν για δικαιοσύνη και αλήθεια.
Οι 57 νεκροί φωνάζουν κατά της συγκάλυψης.
Και ο λαός είναι μαζί τους.