Νέα «επιχείρηση» στήριξης των δανειοληπτών και της αγοράς ξεκινά η κυβέρνηση, η οποία αναζητά λύσεις-«ανάχωμα» στις αυξήσεις επιτοκίων από την ΕΚΤ που ανοίγουν τον δρόμο για νέο κύμα κόκκινων δανείων.
Δεν είναι τυχαίο ότι το προηγούμενο διήμερο τόσο ο αναπληρωτής υπουργός Εσωτερικών, Στ. Πέτσας, όσο και ο υπουργός Οικονομικών, Χρ. Σταϊκούρας, προανήγγειλαν ότι ήδη το οικονομικό επιτελείο κατόπιν εντολής του πρωθυπουργού επεξεργάζεται σχέδια για την άμβλυνση των αρνητικών επιπτώσεων από την αύξηση επιτοκίων.
Αξίζει να σημειωθεί ότι μεταξύ των προτάσεων εισηγήσεων που βρίσκονται στο τραπέζι των συζητήσεων των κυβερνητικών στελεχών με τους εκπροσώπους του τραπεζικού συστήματος είναι η επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής των δανείων, η μείωση των δόσεων, το πάγωμα των επιτοκίων, ουσιαστικά δηλαδή ένα «μοντέλο» αντίστοιχο του ισπανικού, χωρίς φυσικά να αποκλείονται κι άλλες εναλλακτικές.
Όσον αφορά ειδικότερα το ισπανικό «μοντέλο», τα βασικά χαρακτηριστικά του είναι:
– επιμήκυνση δανείου, που συνεπάγεται μεγαλύτερη χρονική διάρκεια αποπληρωμής του για να μικρύνουν οι δόσεις
– μείωση δόσης κατά 40%-50%
– πάγωμα επιτοκίου
– ρύθμιση πενταετίας
Το μήνυμα πάντως προς τις διοικήσεις των τραπεζών έστειλε χθες, για μια ακόμη φορά, ο υπουργός Οικονομικών, ο οποίος σε συνέντευξή του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ υπογράμμισε: «Σήμερα, σε ένα περιβάλλον αυξημένων προκλήσεων, ανοδικών κινδύνων, έντονης μεταβλητότητας και υψηλής αβεβαιότητας -διεθνώς-, το τραπεζικό σύστημα οφείλει να αρθεί στο ύψος των περιστάσεων».
Επισημαίνεται ότι το εν λόγω μήνυμα έρχεται αμέσως μετά τη συνάντηση που είχε με τους επικεφαλής των τραπεζών, κατά την οποία εξετάστηκαν κυρίως οι παρενέργειες που προκαλεί η αύξηση των επιτοκίων στα δάνεια, εξαιτίας της πολιτικής που ακολουθεί η ΕΚΤ ως «αντίδοτο» για την αντιμετώπιση του πληθωρισμού.
Σε κάθε περίπτωση πάντως ο κ. Σταϊκούρας, στη συνάντηση που είχε με τους εκπροσώπους των τραπεζών, την περασμένη Πέμπτη, είχε ξεκαθαρίσει ότι νέο πρόγραμμα «Γέφυρα» δεν τίθεται προς συζήτηση, αλλά αναζητούνται άλλοι τρόποι για να περιοριστούν οι όποιες αρνητικές εξελίξεις από την αύξηση των επιτοκίων και σίγουρα πριν το πρόβλημα γίνει «εφιάλτης» αφενός για τους δανειολήπτες, αφετέρου για την οικονομία γενικότερα.
Οι δύο πλευρές αναγνώρισαν ότι η λύση δεν είναι εύκολη, δεδομένου ότι και οι τράπεζες δεν φάνηκαν πρόθυμες να αναλάβουν όλο το κόστος των επιβαρύνσεων, όμως χρειάζεται συνεχής παρακολούθηση και γρήγορες παρεμβάσεις, καθώς ο χρόνος πιέζει και πριν είναι αργά.
Πάντως, το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης έχει ξεκαθαρίσει σε όλους τους τόνους ότι το τραπεζικό σύστημα πρέπει:
– να συμβάλει στην πιστωτική επέκταση με όλα τα διαθέσιμα εργαλεία, ώστε να ενισχύσει την περίμετρο των δυνητικών προς χρηματοδότηση πελατών, λαμβάνοντας υπόψη τις νέες ανάγκες που δημιουργεί το μεταβαλλόμενο οικονομικό περιβάλλον
– να εντατικοποιήσει τις προσπάθειες για την ταχεία υλοποίηση ρυθμίσεων οφειλών μέσω του νέου και σύγχρονου εξωδικαστικού μηχανισμού, ώστε να θωρακιστεί επαρκώς ενάντια στους νέους κινδύνους που ελλοχεύουν
– να αναμορφώσει την τιμολογιακή πολιτική δανείων, καταθέσεων και προμηθειών, με τρόπο που δεν επιβαρύνει δυσανάλογα επιχειρήσεις και νοικοκυριά, καθώς βγαίνουμε από το περιβάλλον χαμηλών επιτοκίων
– να δείξει ευαισθησία στις ευάλωτες κοινωνικές ομάδες
– να εκπαιδεύσει, προσωπικό και πελάτες, στην ψηφιακή μετάβαση των εργασιών του
– να συμβάλει στον πράσινο μετασχηματισμό της οικονομίας
Ο κ. Σταϊκούρας υπογράμμισε εξάλλου ότι όλα τα ανωτέρω είναι αναγκαία προκειμένου οι τράπεζες «να συνεισφέρουν το, σημαντικό, μερίδιο που τους αναλογεί στην προσπάθεια μετάβασης προς μια οικονομία πιο δυναμική, πιο παραγωγική, πιο εξωστρεφή, ψηφιακή, πράσινη, χωρίς αποκλεισμούς και ανισότητες».