Μέσω οργανικής και μη οργανικής ανάπτυξης αλλά και της διανομής αυξημένου μερίσματος στους μετόχους επιδιώκει να αξιοποιήσει το πλεόνασμα κεφαλαίων που ξεπερνάει το 4% σε επίπεδο βασικού κεφαλαιακού δείκτη (CET1), η διοίκηση της Εθνικής Τράπεζας.
Την προοπτική αυτή περιέγραψε ο διευθύνων σύμβουλος του ομίλου της ΕΤΕ Παύλος Μυλωνάς, στο πλαίσιο της ενημέρωσης των αναλυτών για τα αποτελέσματα του β΄ τριμήνου, προαναγγέλλοντας την πρόθεσή του να αυξήσει το προς διανομή μέρισμα άνω του 60% των κερδών για το 2025. Οπως δήλωσε, η προοπτική αυτή θα εξαρτηθεί από τη συνεννόηση με τον επόπτη, ενώ ανακοίνωσε παράλληλα την πρόθεση να προχωρήσει σε ενδιάμεση διανομή του ενός τρίτου των κερδών σε μετρητά για την οικονομική χρήση του 2025 κατά το δ΄ τρίμηνο του έτους.
«Τα κεφαλαιακά μας αποθέματα –κύριο συγκριτικό πλεονέκτημα της Εθνικής Τράπεζας– διατήρησαν την ανοδική τους τάση λόγω της ισχυρής κερδοφορίας», σημείωσε ο κ. Μυλωνάς και ο κεφαλαιακός δείκτης CET1 διαμορφώθηκε στο 18,9%, «παρέχοντας μοναδική στρατηγική ευελιξία όσον αφορά την οργανική ανάπτυξη, τη δυνατότητα αξιοποίησης ευκαιριών που προσδίδουν αξία, καθώς και τη διανομή κεφαλαίου στους μετόχους μας».
Πρόθεση του ομίλου, να αυξήσει το προς διανομή μέρισμα άνω του 60% των κερδών για το 2025.
Στο σκέλος της οργανικής ανάπτυξης η αύξηση της κερδοφορίας θα προέλθει μέσω των θεραπευμένων (reperforming) και των κοινοπρακτικών (syndicated) δανείων, ενώ σε ό,τι αφορά τη μη οργανική ανάπτυξη εξετάζονται επιλογές που καλύπτουν την ανάγκη του μετασχηματισμού, είτε ως προς το μέγεθός τους, είτε ως προς τη δραστηριοποίησή τους. «Εχουμε δείξει με την πάροδο του χρόνου ότι έχουμε την υπομονή και δεν θα κάνουμε τίποτα που θα αλλοιώσει την αξία για τους μετόχους», σημείωσε ο κ. Μυλωνάς.

Με βάση τα αποτελέσματα του α΄ εξαμήνου τα καθαρά κέρδη ανήλθαν στα 701 εκατ. ευρώ έναντι 708 εκατ. ευρώ το αντίστοιχο περυσινό διάστημα, εμφανίζοντας σταθεροποίηση σε σχέση με το α΄ εξάμηνο του 2024, χάρις στην ανθεκτικότητα των εσόδων που απορρόφησε τον αντίκτυπο των χαμηλότερων επιτοκίων. Αιχμή του δόρατος ήταν η αύξηση των δανείων ειδικότερα για τις επιχειρήσεις, καθώς και τα ισχυρά έσοδα από προμήθειες. Οι εκταμιεύσεις δανείων ανήλθαν σε 4 δισ. το α΄ εξάμηνο, από τα οποία τα 2,4 δισ. το β΄ τρίμηνο 2025 και ο αντίκτυπος των χαμηλότερων επιτοκίων μετριάστηκε εν μέρει από την άνοδο των εξυπηρετούμενων δανείων κατά 1,2 δισ. ευρώ στο β΄ τρίμηνο 2025 (+1,5 δισ. ευρώ από την αρχή του έτους), σε συνδυασμό με την αυξανόμενη συμβολή της αντιστάθμισης καταθέσεων πελατών (hedging) και τη σταδιακή επιτάχυνση του ρυθμού ανατιμολόγησης των προθεσμιακών καταθέσεων. Τα καθαρά έσοδα από τόκους μειώθηκαν κατά 9% σε ετήσια βάση το α΄ εξάμηνο 2025, αποτυπώνοντας τη δραστική αποκλιμάκωση των επιτοκίων. Οι προμήθειες αυξήθηκαν κατά 14% ετησίως το α΄ εξάμηνο 2025, προερχόμενες τόσο από τη λιανική όσο και από την εταιρική τραπεζική, με έμφαση στις σταυροειδείς πωλήσεις επενδυτικών προϊόντων (οι προμήθειες από επενδυτικά προϊόντα ενισχύθηκαν κατά 66% σε ετήσια βάση), τις προμήθειες καρτών (+11% σε ετήσια βάση) και τις προμήθειες χρηματοδοτήσεων εταιρικής τραπεζικής (+37% σε ετήσια βάση).
Οπως διαβεβαίωσε η διοίκηση του ομίλου, η επίπτωση από τη ρύθμιση για το ελβετικό φράγκο θα είναι αμελητέα, καθώς η Εθνική έχει πολύ μικρό σχετικό χαρτοφυλάκιο και δεν θα επιβαρύνει το κόστος κινδύνου, ενώ μικρή αναμένεται η επίπτωση από τις ρυθμίσεις για τα δάνεια step up, που έχουν ρυθμιστεί, όπως σημειώθηκε, έγκαιρα.