- -
Πρόσφατες αναφορές υποδηλώνουν ανανεωμένες συζητήσεις για μια πιθανή συμφωνία κατάπαυσης του πυρός μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας. Σε αυτό το πλαίσιο, και ενώ οι λεπτομέρειες παραμένουν αβέβαιες, ορισμένοι επενδυτές με τους οποίους μίλησε η Goldman Sachs έχουν αρχίσει να αξιολογούν τον πιθανό αντίκτυπο μιας πιθανής κατάπαυσης του πυρός στις μετοχές στην περιοχή της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης, Μέσης Ανατολής και Αφρικής. Αν και υπάρχουν πολλά κενά ακόμα, η αμερικάνικη τράπεζα αναλύει τις πιθανές επιπτώσεις μίας τέτοιας εξέλιξης στις τράπεζες. Σημειώνεται πως σε πρόσφατη έκθεσή της είχε προβλέψει πως εάν τερματιστεί ο πόλεμος στην Ουκρανία αναμένεται ράλι στις ελληνικές μετοχές, με τα ελληνικά utilities και telecoms να “εκτοξεύονται”.
Οι οικονομολόγοι της καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι οι χώρες που χτυπήθηκαν το περισσότερο οικονομικά μετά την πλήρους κλίμακας εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία το 2022 ήταν, μεταξύ άλλων, η Ουγγαρία, η Τσεχία, η Πολωνία, ακολουθούμενες από την Τουρκία και την Ελλάδα.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της το κόστος ιδίων κεφαλαίων (COE) των τραπεζών της Ουγγαρίας, της Πολωνίας και του Καζακστάν επηρεάστηκε περισσότερο από το 2022 και τα τρέχοντα επίπεδα COE αυτών των τραπεζών παραμένουν στην υψηλότερη απόσταση σε σχέση με τα επίπεδα του 2020-2021 σε σύγκριση με άλλες τράπεζες. Αυτό συσχετίζεται με τις αντίστοιχες επιπτώσεις της σύγκρουσης στο μακροοικονομικό μέτωπο.
Από τις 17 τραπεζικές μετοχές της περιοχής τις οποίες καλύπτει η Goldman, αξιολόγηση αγοράς δίνει στην OTP Bank στην Ουγγαρία, στην PKO BP στην Πολωνία, στη Halyk Bank στο Καζακστάν, στην Akbank και την Yapi Kredi στην Τουρκία και στις Alpha Bank, Τράπεζα Πειραιώς και Εθνική Τράπεζα στην Ελλάδα (για την Eurobank η σύσταση είναι ουδέτερη).
Αξίζει να σημειώσουμε πως όσον αφορά τις τιμές-στόχους για τις ελληνικές τράπεζες αυτές διαμορφώνονται στα 2,4 ευρώ για την Alpha Bank, στα 2,8 ευρώ για την Eurobank, στα 10,7 ευρώ για την Εθνική Τράπεζα και στα 5,7 ευρώ για την Τράπεζα Πειραιώς
Πιο αναλυτικά, αξιολογώντας τις επιπτώσεις στις μετοχές των τραπεζών της περιοχής της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης, Μέσης Ανατολής και Αφρικής από την πιθανή συμφωνία κατάπαυσης του πυρός Ρωσίας-Ουκρανίας, η Goldman Sachs καταλήγει στα εξής τέσσερα συμπεράσματα:
1) Σύνθεση του εμπορίου: Οι οικονομολόγοι της εξέτασαν το μέγεθος των συναλλαγών κάθε χώρας παγκοσμίως με τη Ρωσία και την Ουκρανία, λαμβάνοντας υπόψη δύο διαστάσεις: (1) το άμεσο επίπεδο εμπορίου κάθε χώρας (ως % του ΑΕΠ) με τις δύο χώρες και (2) η “το beta της σύνθεσης του εμπορίου” (π.χ. οι χώρες ανταγωνίζονται άμεσα τη Ρωσία και την Ουκρανία ή είναι συμπληρωματικές οι εμπορικές ροές τους;).
Οι οικονομολόγοι της καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι οι χώρες που χτυπήθηκαν το περισσότερο οικονομικά μετά την πλήρους κλίμακας εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία το 2022 ήταν, μεταξύ άλλων, η Ουγγαρία, η Τσεχία, η Πολωνία, ακολουθούμενες από την Τουρκία και την Ελλάδα. Το Καζακστάν είναι μία ειδική περίπτωση που ενώ έχει σχετικά υψηλό άμεσο εμπόριο ως % του ΑΕΠ με τη Ρωσία και την Ουκρανία και έχει υψηλό θετικό εμπορικό beta (που υποδηλώνει πιο παρόμοια εμπορική σύνθεση με τοις δύο χώρες).
Αυτές οι χώρες είχαν σημαντικό εμπόριο με τη Ρωσία και την Ουκρανία, εισάγοντας ενεργειακά προϊόντα και συχνά εξάγοντας τουριστικές υπηρεσίες και κεφαλαιουχικά αγαθά σε αντάλλαγμα. Οι αναλυτές της Goldman πιστεύουν ότι μια συνολική συμφωνία κατάπαυσης του πυρός δυνητικά θα αναστρέψει αυτές τις επιπτώσεις, προς όφελος των χωρών, με κάποιο πιθανό κόστος για τους εξαγωγείς εμπορευμάτων.
2) Τιμές της ενέργειας και βραχυπρόθεσμα επιτόκια: Σύμφωνα με τους οικονομολόγους της G.S., η περιοχή θα μπορούσε να επωφεληθεί από μια σημαντική πτώση των ευρωπαϊκών τιμών ενέργειας που θα μπορούσε να επιφέρει το τέλος του πολέμου στην Ουκρανία. Οι αναλυτές εμπορευμάτων της τράπεζας εκτιμούν ότι η επανέναρξη των ροών ρωσικού φυσικού αερίου μέσω της Ουκρανίας θα μπορούσε να οδηγήσει σε πτώση 15-50% στις τιμές του φυσικού αερίου TTF και να ωθήσει τις ευρωπαϊκές τιμές ηλεκτρικής ενέργειας χαμηλότερα.
Ενώ η άμεση συνάφεια του φυσικού αερίου και άλλων ενεργειακών εμπορευμάτων ποικίλλει ανά περιοχή, δεδομένης της πολύ υψηλότερης σχέσης του πληθωρισμού της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης προς την ενέργεια, μια σημαντική πτώση των ευρωπαϊκών τιμών ενέργειας πιθανότατα θα σήμαινε σημαντικά χαμηλότερη πορεία πληθωρισμού στην περιοχή αυτή.
Αυτό, μαζί με τη σχετική συναλλαγματική ισχύ των χωρώ αυτών, θα μπορούσε να αυξήσει τις προοπτικές για πιο ουσιαστικές μειώσεις επιτοκίων σε ολόκληρη την περιοχή από ό,τι αυτή τη στιγμή τιμολογείται βραχυπρόθεσμα (Πολωνία, Ουγγαρία, Τσεχική Δημοκρατία).
Ένα επιχείρημα εναντίον αυτής της άποψης θα ήταν ότι οι χαμηλότερες τιμές της ενέργειας και οι προσπάθειες ανασυγκρότησης της Ουκρανίας θα αποτελούσαν θετικό άνεμο για την ανάπτυξη που θα οδηγούσε επίσης σε μειωμένη δημοσιονομική επιβάρυνση, υποστηρίζοντας τη χαλάρωση των δημοσιονομικών κινδύνων.
Τούτου λεχθέντος, οι αναλυτές της Goldman δεν αναμένουν σημαντική δημοσιονομική βελτίωση στις αγορές της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης και μια εγχώρια οδηγούμενη πτώση στα μακροπρόθεσμα επιτόκια.
3) Το κόστος ιδίων κεφαλαίων των τραπεζών της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης αυξήθηκε το 2022 σε σχέση με το 2021, αλλά οι τάσεις του, COE τα επόμενα έτη ήταν αποκλίνουσες. Κατά την άποψη της Goldman, η δυναμική του COE για την Τουρκία και την Ελλάδα καθοδηγήθηκε από ιδιοσυγκρασιακούς παράγοντες (π.χ. σημαντική απομόχλευση NPE στην Ελλάδα, υπερπληθωρισμός/αποπληθωρισμός στην Τουρκία).
Η Goldman πιστεύει ότι κόστος ιδίων κεφαλαίων σε Ουγγαρία, Τσεχία, Πολωνία και Καζακστάν επηρεάστηκαν περισσότερο από το εξωτερικό μακροοικονομικό και γεωπολιτικό σκηνικό και επομένως θα μπορούσαν να είναι πιο ευαίσθητες στις εξελίξεις γύρω από μια πιθανή συμφωνία κατάπαυσης του πυρός.
Σύμφωνα με την ανάλυσή της, οι τράπεζες της Ουγγαρίας (OTP), της Πολωνίας και του Καζακστάν (Halyk) συνεχίζουν να διαπραγματεύονται σε υψηλές τιμές COE σε σχέση με τα επίπεδα του 2020-21, ενώ οι τσεχικές τράπεζες (Moneta) COE έχουν επιστρέψει στο 8%, και στα επίπεδα του 2020-21.
4) Από τις τράπεζες της περιοχής που καλύπτει η Goldman, μόνο η OTP Bank έχει σημαντική άμεση έκθεση τόσο στη Ρωσία όσο και στην Ουκρανία. Οι περισσότερες άλλες τράπεζες έχουν ελάχιστη έκθεση όσον αφορά τα διατραπεζικά περιουσιακά στοιχεία/υποχρεώσεις ή τίτλους.
Όσον αφορά τις ελληνικές τράπεζες, η G.S. αναφέρει ότι:
Στις 31 Δεκεμβρίου 2024, η ονομαστική αξία των ρωσικών δανειακών ανοιγμάτων της Eurobank, τα οποία έχουν ταξινομηθεί ως πιστωτικά απομειωμένα, ανερχόταν σε 39 εκατ. ευρώ, με πρόβλεψη απομείωσης 7 εκατ. ευρώ.
Επίσης, η Τράπεζα Πειραιώς κατέγραψε συνολικά καθαρά έσοδα 13 εκατ. ευρώ από ανοίγματα στην Ουκρανία (ίσο με περίπου 0,5% των καθαρών εσόδων του ομίλου) το 2024.