Η κρίση πολιτικής εκπροσώπησης φαίνεται πως είναι παρούσα, με τους πολίτες να απομακρύνονται από τα πολιτικά κόμματα και ταυτόχρονα να εκφράζουν τη δυσπιστία τους για τη λειτουργία των θεσμών και δη της Δικαιοσύνης. Όλες οι μετρήσεις κοινής γνώμης αποτυπώνουν το γεγονός αυτό. Ειδικότερα, με φόντο την υπόθεση των Τεμπών, τα ποσοστά που καταγράφονται αναδεικνύουν μία εντεινόμενη κρίση πολιτικής εμπιστοσύνης.
Υπενθυμίζεται ότι στην πρόσφατη έρευνα της Metron Analysis, που παρουσιάστηκε στην εκδήλωση του Ινστιτούτου του Αλέξη Τσίπρα, 7 στους 10 πολίτες υιοθετούν την άποψη ότι στην υπόθεση των Τεμπών συντελείται συγκάλυψη υπό την ευθύνη μάλιστα της κυβέρνησης, ενώ μόλις το 18% των ερωτηθέντων θεωρεί ότι η Δικαιοσύνη λειτουργεί και θα αποδώσει ευθύνες όπου υπάρχουν. Αντίστοιχα, στην ερώτηση «πώς πιστεύετε ότι ανταποκρίνεται η ελληνική Δικαιοσύνη στη διαχείριση μεγάλων υποθέσεων που απασχολούν την κοινή γνώμη», πάλι, πάνω από 7 στους 10 ερωτηθέντες εκφράζουν τη θέση ότι η Δικαιοσύνη δεν χειρίζεται με επάρκεια μεγάλες υποθέσεις.
Το πολιτικό σύστημα σε κρίση
Είναι η έλλειψη εμπιστοσύνης στο πολιτικό σύστημα και στα κόμματα ένα νέο φαινόμενο; Όπως επισημαίνει στο in ο Στράτος Φαναράς, η κρίση πολιτικής εμπιστοσύνης ξεκινά στην Ελλάδα στα μέσα της δεκαετίας του 2000 -περίπου μετά τους Ολυμπιακούς Αγώνες- και επιδεινώνεται κατά την περίοδο της οικονομικής κρίσης.
Η κρίση πολιτικής εμπιστοσύνης συνδέεται ευθέως με την κρίση των θεσμών δεδομένου ότι τους «συμπαρασύρει». Παράλληλα, η κρίση των θεσμών σχετίζεται άμεσα και με την εκάστοτε συγκυρία. Πάντως, όσον αφορά την υπάρχουσα πολιτική πραγματικότητα, ο Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος της Metron Analysis τονίζει ότι βρισκόμαστε σε περίοδο «εύθραυστης πολιτικής σταθερότητας», η οποία χαρακτηρίζεται από μία εικόνα πολιτικής ρευστοποίησης.
Ο πολιτικός αναλυτής της About People, Πέτρος Ιωαννίδης επισημαίνει ότι η έλλειψη εμπιστοσύνης στο ελληνικό πολιτικό σύστημα διαπιστώνεται εδώ και περίπου 15 έτη. Αναφορικά δε με το πολιτικό τοπίο που διαμορφώνεται, εκτιμά ότι η κυβέρνηση της ΝΔ, αν και καταγράφει απώλειες για θέματα όπως τα Τέμπη και η ακρίβεια, διατηρεί μία διαφορά «ασφαλείας» από τα κόμματα της αντιπολίτευσης, παρόλο που βρίσκεται στο μέσο της δεύτερης θητείας της.
Το προοδευτικό μέτωπο
Την ίδια ώρα, οι πολιτικοί σχηματισμοί της λεγόμενης προοδευτικής αντιπολίτευσης δεν έχουν καταφέρει να γίνουν «φορείς της δυσαρέσκειας», ενώ η συζήτηση περί «προοδευτικού μετώπου» δεν φαίνεται να «γοητεύει» τους ψηφοφόρους.
Ενδεχομένως, αυτό να οφείλεται σε δύο λόγους. Πρώτον, γιατί μοιάζει να μην είναι ειλικρινής από την πλευρά των κομμάτων και δεύτερον, γιατί ένα τέτοιο ενδεχόμενο δεν μπορεί να είναι ευκαιριακό και να γίνεται στη βάση μίας μελλοντικής εκλογικής αναμέτρησης.
Η κινητικότητα στην ακροδεξιά
Ποιος είναι άραγε ο ρόλος της ακροδεξιάς στην τρέχουσα πολιτική πραγματικότητα; Είναι δεδομένο ότι η «έλευση» του Ντόναλντ Τραμπ αλλά και η διαρκής ισχυροποίηση ακροδεξιών σχηματισμών εντός Ευρώπης δείχνουν πως οι πολιτικές ισορροπίες έχουν αλλάξει.
Ο Στράτος Φαναράς σημειώνει ότι κάθε χώρα έχει τα δικά της ξεχωριστά χαρακτηριστικά, ενώ είναι σαφές ότι και στην Ελλάδα υπάρχει «ώσμωση δυνάμεων» με την τραμπική πολιτική. Βέβαια, το πώς αυτή η συνθήκη θα εξελιχθεί θα φανεί το επόμενο χρονικό διάστημα.
Όσο περισσότερο εντείνεται η κρίση του πολιτικού συστήματος τόσο ελλοχεύει ο κίνδυνος οι αμφισβητίες του δημοκρατικού πολιτεύματος να βρίσκουν περισσότερα ευήκοα ώτα. Στην περίπτωση της Ελλάδας, ο Πέτρος Ιωαννίδης εκτιμά ότι ο κατακερματισμός που διαπιστώνεται στον συγκεκριμένο ιδεολογικό χώρο, στην πραγματικότητα, «βοηθάει» στο να μην βιώνει η Ελλάδα παρόμοιες καταστάσεις με αυτές που διαδραματίζονται στην Γερμανία ή την Γαλλία. Βέβαια, αυτό δεν σημαίνει ότι η αύξηση των δημοσκοπικών ποσοστών της άκρας δεξιάς δεν θα πρέπει να προβληματίσει.
Πρόκειται λοιπόν για ένα φαινόμενο, το οποίο δεν απασχολεί μόνο τη χώρα μας αλλά και πολλές δυτικές Δημοκρατίες. Ο πολιτικός αναλυτής της About People υπενθυμίζει ότι σε πρόσφατη έρευνα του Channel 4 στη Μεγάλη Βρετανία, το 52% της GenZ δήλωσε ότι η χώρα τους θα ήταν καλύτερη εάν στο «τιμόνι» της είχε έναν ισχυρό ηγέτη χωρίς κοινοβούλιο και εκλογές.
Μπορεί άραγε να ανακοπεί η άνοδος της άκρας δεξιάς; Είναι προφανές ότι η απάντηση στο εν λόγω ερώτημα είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τις συνθήκες διαβίωσης των πολιτών και την λειτουργία του κράτους. Το μόνο σίγουρο είναι ότι οι μεταβολές που διαπιστώνονται σε επίπεδο πολιτικών συσχετισμών με την άνοδο αυταρχικών δυνάμεων θα πρέπει να λειτουργήσουν ως «καμπανάκι κινδύνου», δεδομένου ότι η εμπιστοσύνη μεγάλων τμημάτων της κοινωνίας απέναντι στο πολιτικό σύστημα και τους θεσμούς έχει κλονιστεί.