
Η Ουκρανία διαθέτει αποθέματα για τα δύο τρίτα των 34 πρώτων υλών που χαρακτηρίζονται ως κρίσιμες, σύμφωνα με σημείωμα του ινστιτούτου ifo που δημοσιεύτηκε την Τετάρτη (23/4).
Ταυτόχρονα, η παραγωγή αυτών των κρίσιμων υλικών εξακολουθεί να είναι πολύ περιορισμένη, όπως δείχνει μια νέα ανάλυση της EconPol Europe. «Θα χρειαστούν περισσότερα από τις εξορύξεις για να μπορέσει η Ουκρανία να γίνει κεντρικός εταίρος για τις ευρωπαϊκές αλυσίδες εφοδιασμού μεσοπρόθεσμα», σχολιάζει η ερευνήτρια του ifo Isabella Gourevich. «Θα πρέπει επίσης να ακολουθήσουν επενδύσεις στην επεξεργασία και τον εξευγενισμό αυτών των πρώτων υλών – στην ίδια την Ουκρανία ή σε συνεργασία με χώρες της ΕΕ».
Η ίδια αναφέρει ότι τα αποθέματα πρώτων υλών της Ουκρανίας είναι ζωτικής σημασίας για την ενεργειακή μετάβαση, την ηλεκτρονική κινητικότητα και τις ψηφιακές τεχνολογίες στην Ευρώπη. Ιδιαίτερα εξέχουσα θέση μεταξύ αυτών κατέχουν το μαγγάνιο, το τιτάνιο, ο γραφίτης, το λίθιο, το κοβάλτιο, ο χαλκός και το νικέλιο. Ορισμένοι από αυτούς τους ορυκτούς πόρους, για παράδειγμα, αποτελούν τα συστατικά για τις μπαταρίες ιόντων λιθίου.
Επιπλέον, αναφέρεται ότι οι εξορύξεις επικεντρώνονται σήμερα σε λίγα μόνο υλικά. Επιπλέον, οι συνεχιζόμενες μάχες στη χώρα δυσχεραίνουν την παραγωγή. Το μερίδιο της Ουκρανίας στην παγκόσμια παραγωγή τιτανίου έχει μειωθεί από 7% σε μόλις 2% από την έναρξη του πολέμου το 2022.
Υπενθυμίζεται ότι η ΕΕ έχει ήδη συνάψει στρατηγική εταιρική σχέση για τις πρώτες ύλες με την Ουκρανία το 2021. Στόχος είναι να μειωθεί η εξάρτηση της Ευρώπης από μεμονωμένες, πολιτικά ασταθείς χώρες-προμηθευτές και να ενισχυθεί μακροπρόθεσμα η ασφάλεια του εφοδιασμού. Η Κίνα κυριαρχεί επί του παρόντος στην επεξεργασία πολλών από αυτές τις κρίσιμες πρώτες ύλες, με μερίδια αγοράς άνω του 70 % σε ορισμένες περιπτώσεις.