Οι τράπεζες προχώρησαν σε αύξηση των δανείων για τις επιχειρήσεις στο πρώτο δεκάμηνο του 2024, ενώ αντίθετα οι χορηγήσεις προς τα νοικοκυριά παραμένουν περιορισμένες, τόσο για καταναλωτικά όσο και για στεγαστικά δάνεια. Η επέκταση της πίστωσης, που αποτελεί σημαντικό στόχο για τις τράπεζες, βασίζεται κυρίως στην αύξηση των επιχειρηματικών δανείων.
Όπως επισημαίνεται στην Ενδιάμεση Εκθεση Νομισματικής Πολιτικής της Τράπεζας της Ελλάδος, στο δεκάμηνο Ιανουαρίου – Οκτωβρίου 2024 τα επιχειρηματικά δάνεια «έτρεξαν»με ετήσιο ρυθμό, κατά μέσο όρο, 8,5%, έναντι μέσης τιμής 6,5% το 2023. Ειδικότερα η μέση μηνιαία καθαρή ροή τραπεζικής χρηματοδότησης προς τις επιχειρήσεις (εκτός χρηματοπιστωτικού τομέα) ήταν 590 εκατ. ευρώ, έναντι 43 εκατ. ευρώ το ίδιο διάστημα του 2023. Παρομοίως, η μέση μηνιαία ακαθάριστη ροή τραπεζικών δανείων καθορισμένης διάρκειας (τακτής λήξης) προς τις μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις την περίοδο Ιανουαρίου-Οκτωβρίου 2024 ανήλθε σε 2,0 δισ. ευρώ (έναντι 1,3 δισ. ευρώ το δεκάμηνο του 2023).
Η αντίστοιχη ροή δανείων προς τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις (451 εκατ. ευρώ) αυξήθηκε κατά 24,7% το δεκάμηνο του 2024 έναντι του ίδιου διαστήματος του 2023. Επίσης, το μέσο μηνιαίο υπόλοιπο της τραπεζικής χρηματοδότησης χωρίς καθορισμένη διάρκεια (δηλ. των πιστωτικών γραμμών και άλλων διευκολύνσεων) προς τις μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις αυξήθηκε κατά 9,6% το δεκάμηνο του 2024 σε σύγκριση με το δεκάμηνο του 2023.
Όπως σημειώνουν οι συντάκτες της έκθεσης, η επιτάχυνση της πιστωτικής επέκτασης προς τις επιχειρήσεις συνδέεται με την ενίσχυση της ζήτησης τραπεζικών δανείων, ιδίως εκ μέρους των μεγάλων επιχειρήσεων.
Αναφορικά με τα δάνεια προς νοικοκυριά, ο μέσος ετήσιος ρυθμός μεταβολής των τραπεζικών δανείων παραμένει αρνητικός, όμως έγινε λιγότερο αρνητικός (τους πρώτους δέκα μήνες του 2024 στο -1,1%) σε σύγκριση με τη μέση τιμή του 2023 (-2,4%). Αυτή η εξέλιξη οφείλεται αφενός στα στεγαστικά δάνεια, τα οποία κατέγραψαν μειωμένο ρυθμό συρρίκνωσης, και αφετέρου στην καταναλωτική πίστη, ο ρυθμός μεταβολής της οποίας ήταν θετικός και συνέχισε να επιταχύνεται. Η μέση μηνιαία ακαθάριστη ροή των καταναλωτικών δανείων καθορισμένης διάρκειας, καθώς και των στεγαστικών, αυξήθηκε την περίοδο Ιανουαρίου-Οκτωβρίου του 2024 έναντι του αντίστοιχου δεκαμήνου του 2023 (καταναλωτικά δάνεια: 144 εκατ. ευρώ, από 105 εκατ. ευρώ το 2023, στεγαστικά δάνεια: 112 εκατ. ευρώ, από 92 εκατ. ευρώ το 2023). Η διαρκώς ανοδική τάση της καταναλωτικής πίστης είναι συνεπής με την πορεία της ιδιωτικής κατανάλωσης.
Μειώνουν το αρνητικό έδαφος τα στεγαστικά
Όσον αφορά τα στεγαστικά δάνεια, η ΤτΕ αναφέρει ότι η ανοδική πορεία του δείκτη τιμών των κατοικιών συνεχίζει να επηρεάζει θετικά την ετήσια αύξηση της μέσης ακαθάριστης ροής στεγαστικών δανείων. Αντίθετα, καθώς τα τραπεζικά επιτόκια των στεγαστικών δανείων παρέμειναν σε υψηλότερο μέσο επίπεδο το δεκάμηνο του έτους έναντι του αντίστοιχου διαστήματος του 2023, η επίδρασή τους στη ζήτηση στεγαστικής πίστης ήταν αρνητική.
Ωστόσο, ζήτηση από πλευράς των νοικοκυριών για στεγαστικές ανάγκες, αλλά και συνολική χρηματοδότηση είτε τραπεζική είτε μέσω του Δημοσίου, υπάρχει. Ενδεικτικό είναι ότι τα δάνεια που διοχετεύθηκαν μέσω του προγράμματος «Σπίτι μου» και χρηματοδοτούνται ως επί το πλείστον από δημόσιους πόρους (και μόνο κατά 1/4 από τραπεζικούς) κατέγραψαν γρήγορη απορρόφηση και ανήλθαν σε 339 εκατ. ευρώ (νέες συμβάσεις) (τραπεζική συμμετοχή 85 εκατ. ευρώ). Επίσης, το 2025 αναμένεται να ξεκινήσει και η επέκταση του εν λόγω προγράμματος, δηλαδή το στεγαστικό πρόγραμμα “Σπίτι μου ΙΙ”, με συνολικό προϋπολογισμό 2 δισ. ευρώ, εκ των οποίων δανειακά κεφάλαια 1 δισ. ευρώ θα προέλθουν από το Μηχανισμό Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (RRF) και 1 δισ. ευρώ από τις τράπεζες. Το 50% του δανείου – αυτό που θα χρηματοδοτείται από τον RRF – θα είναι άτοκο και το υπόλοιπο θα χορηγείται με έντοκο τραπεζικό δανεισμό.
Σε υψηλά επίπεδα οι προοπτικές της πιστωτικής επέκτασης
Σ’ ό,τι αφορά στις προοπτικές της πιστωτικής επέκτασης, η ΤτΕ αναφέρει ότι το προσεχές διάστημα ο ετήσιος ρυθμός ανόδου της χρηματοδότησης προς τις μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις αναμένεται να παραμείνει σε υψηλά επίπεδα. Η αύξηση του ΑΕΠ εκτιμάται ότι θα συνεχίσει να στηρίζει την πιστωτική επέκταση, ενώ αρνητικά θα εξακολουθήσει να επιδρά το υψηλό επίπεδο των τραπεζικών επιτοκίων δανεισμού κατά τους αμέσως επόμενους μήνες.
Επίσης, η θετική συμβολή στις τραπεζικές πιστώσεις από τη συμμετοχή των τραπεζών στη συγχρηματοδότηση επενδυτικών σχεδίων τα οποία εντάσσονται στον Μηχανισμό Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (RRF) προβλέπεται να ενισχυθεί, καθώς η αξία των ήδη συνομολογηθεισών συμβάσεων είναι ήδη υψηλή, επειδή θα αναμένονται περισσότερες εκταμιεύσεις δανείων, υπό την προϋπόθεση βέβαια ότι θα επιταχυνθεί και η υλοποίηση των σχετικών επενδυτικών σχεδίων.