Τον εξαιρετικά υψηλό βαθμό κινδύνου που διατρέχουν οι ελληνικές τράπεζες, όσο δεν αποσυνδέεται η «βόμβα» των προβληματικών δανείων επισημαίνει ο ΟΟΣΑ στη νεότερη έκθεσή του για την ευρωζώνη, την ώρα που οι ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές ετοιμάζονται να θέσουν στους τραπεζίτες εξαιρετικά φιλόδοξους στόχους για τη μείωση των NPL ως το τέλος του 2021.
Σύμφωνα με τους υπολογισμούς του ΟΟΣΑ, στα τέλη του 2017, παρά το γεγονός ότι οι τράπεζες εφαρμόζουν πρόγραμμα εξυγίανσης των χαρτοφυλακίων τους, ενώ έχουν ενισχυθεί με δεκάδες δισ. ευρώ νέων κεφαλαίων τα τελευταία χρόνια, το ελληνικό τραπεζικό σύστημα εξακολουθούσε να διατρέχει τον υψηλότερο βαθμό κινδύνου από τα προβληματικά δάνεια.
Η κρίσιμη σχέση, που παρουσιάζεται από τον ΟΟΣΑ σε ειδικό γράφημα, είναι ο λόγος των προβληματικών δανείων, μετά την αφαίρεση των προβλέψεων που έχουν σχηματισθεί από τις τράπεζες, προς τα ίδια κεφάλαιά τους. Με απλά λόγια, δηλαδή, πρόκειται για το ποσοστό των κεφαλαίων των τραπεζών που «σβήνουν», αν από αυτά αφαιρέσουμε τα «κόκκινα» δάνεια, χωρίς τα ποσά που ήδη έχουν αφαιρέσει οι τράπεζες για την αντιμετώπιση του πιστωτικού κινδύνου (προβλέψεις).
Όπως φαίνεται στο γράφημα του ΟΟΣΑ, στις ελληνικές τράπεζες τα «καθαρά» προβληματικά δάνεια αντιστοιχούν στο 90% των ιδίων κεφαλαίων. Δηλαδή, αν οι τράπεζες επιχειρούσαν να τα διαγράψουν με μια κίνηση σχεδόν θα εξαφανιζόταν η κεφαλαιακή τους βάση!
Το ποσοστό αυτό είναι υπερδιπλάσιο του (πολύ υψηλού) αντίστοιχου μέσου όρου της ευρωζώνης και πολύ υψηλότερο από το ποσοστό των ιταλικών τραπεζών (70%). Ουδεμία σύγκριση μπορεί να γίνει, βεβαίως, με το μέσο όρο των χωρών του ΟΟΣΑ, όπου η σχέση προβληματικών δανείων και κεφαλαίων είναι χαμηλότερη του 20%.
Στην έκθεση που δόθηκε χθες στη δημοσιότητα, ο ΟΟΣΑ καλεί τις ευρωπαϊκές αρχές να επιταχύνουν τις προσπάθειες για τη μείωση των προβληματικών δανείων. Ήδη, ο Ενιαίος Εποπτικός Μηχανισμός της ΕΚΤ έχει ετοιμάσει το πλάνο για τις ελληνικές τράπεζες, που θα εφαρμοσθεί την περίοδο 2020-2021, και το οποίο προβλέπει δραστική μείωση των NPL.
Η πρώτη φάση του σχεδίου ολοκληρώνεται στο τέλος του επόμενους έτους. Μέχρι τότε, οι τράπεζες καλούνται να συμπιέσουν το ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων στο 35% και εκτιμάται ότι θα επιτύχουν το στόχο τους. Όμως, από αυτό το επίπεδο οι Έλληνες τραπεζίτες θα κληθούν από τον SSM να φθάσουν πολύ χαμηλότερα: μέσα σε μόλις δύο χρόνια, ως το τέλος του 2021, καλούνται να μειώσουν τα προβληματικά ανοίγματα στο 20%!
Το μόνο εργαλείο που μπορεί να φέρει τέτοια ραγδαία μείωση των NPE’s μέσα σε τόσο σύντομο χρόνο είναι οι πωλήσεις δανείων σε funds, καθώς αποτελεί την πιο «καθαρή» λύση για οριστική απαλλαγή των τραπεζών από προβληματικά δάνεια, δεδομένου ότι οι ρυθμίσεις δανείων και οι πλειστηριασμοί δεν έχουν την ίδια αποτελεσματικότητα.