Οι ελληνικές τράπεζες έρχονται αντιμέτωπες με την αναβολή φόρου, τα “κόκκινα” δάνεια και την αποεπένδυση, τρία προβλήματα που πρέπει να διαχειριστούν για να επιβιώσουν.
Σύμφωνα με τα όσα δήλωσαν οι τραπεζίτες των τεσσάρων συστημικών Ομίλων (Eurobank, Alpha Bank, Πειραιώς και Εθνικής Τράπεζας), κ.κ. Φωκίων Καραβίας, Βασίλης Ψάλτης, Χρήστος Μεγάλου και Παύλος Μυλωνάς, στο πλαίσιο εκδήλωσης του Bloomberg, με τίτλο “The New Era of Greek Banking”, οι εγχώριες τράπεζες είναι σήμερα στην καλύτερη στιγμή τους, έχοντας επιτύχει να αντιστρέψουν τις επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης.
Προς επίρρωση, η σχεδιαζόμενη ταχύτερη αποπληρωμή της αναβαλλόμενης φορολογίας (DTC), για την οποία βρίσκονται σε εξέλιξη οι σχετικές συζητήσεις με τις ρυθμιστικές αρχές, είναι ιδιαίτερης σημασίας. Κι αυτό γιατί, όπως τόνισε ο κ. Ψάλτης, “οι ελληνικές τράπεζες έλαβαν μια πρωτοβουλία, χωρίς ουσιαστική επίπτωση στα κεφάλαιά τους, η οποία δείχνει ότι αντιμετωπίζουν πολύ εποικοδομητικά το τελευταίο απομεινάρι της κρίσης”. Με βάση τον σχεδιασμό, το DTC θα έχει μειωθεί σε αμελητέα επίπεδα την επόμενη 6ετία και θα έχει εξαλειφθεί πλήρως μέχρι το 2033, μέσω αύξησης των αποπληρωμών (σ.σ. ετησίως θα αποσβένεται επιπλέον ποσό 29% του μερίσματος που θα διανέμουν).
Όπως τόνισε σε πρόσφατη ενημερωτική συνάντηση με δημοσιογράφους ο πρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών (ΕΕΤ) και της Εθνικής Τράπεζας, κ. Γκίκας Χαρδούβελης, η κρίση έφερε περίπου 100 δισ. ευρώ DTA & DTC στη Νότια Ευρώπη, εκ των οποίων περίπου το 20% στις ελληνικές τράπεζες. “Αυτά δεν συνιστούν πηγή ανησυχίας για τους επενδυτές, επειδή οι τράπεζες είναι υγιείς οργανισμοί, με την κερδοφορία να συμβάλλει στη δημιουργία κεφαλαίου, επομένως αναμένεται το DTC να μειωθεί γρήγορα ως ποσοστό του CET1”, τόνισε χαρακτηριστικά.
Το DTC επινοήθηκε από τις νότιες χώρες το 2012-2014 για την προστασία του εποπτικού κεφαλαίου από τους νέους κανόνες της Βασιλείας ΙΙΙ, οι οποίοι περιόριζαν το DTA μόνο έως το 10% του CET1. Η Ελλάδα υιοθέτησε αρχικά νομοθεσία σύμφωνα με το παράδειγμα της Ισπανίας, αλλά στη συνέχεια ακολούθησε το αντίστοιχο της Πορτογαλίας, με το κράτος να αποκτά τραπεζικές μετοχές έναντι μετρητών.
“Οι ρυθμιστικές αρχές φαίνεται να ανησυχούν για το DTC που ενισχύει τη διασύνδεση κράτους – τραπεζών (sovereign-bank nexus), δημιουργώντας συστημικό κίνδυνο. Το DTC ήταν πηγή ανησυχίας για τους δυνητικούς επενδυτές για ενδεχόμενη σημαντική απίσχναση (dilution) των υφιστάμενων μετόχων την εποχή της έναρξης των τιτλοποιήσεων των μη εξυπηρετούμενων δανείων”, σχολίασε ο κ. Χαρδούβελης, υπενθυμίζοντας, ωστόσο, ότι το “Hive-down” που έκανε η Eurobank και αργότερα ακολούθησαν Alpha Bank και Πειραιώς, απέτρεψε το dilution υπέρ του Δημοσίου. Τον Ιούνιο του 2024 οι οριστικές και εκκαθαρισμένες αναβαλλόμενες φορολογικές απαιτήσεις ανέρχονταν σε 12,5 δισ. ευρώ ή το 41% των συνολικών εποπτικών ιδίων κεφαλαίων (από 44% τον Δεκέμβριο του 2023) και το 50% των συνολικών κεφαλαίων κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 (CET1 Capital) (από 53% τον Δεκέμβριο του 2023). “Οι τράπεζες σχεδιάζουν την επιτάχυνση της απόσβεσης των υπολοίπων του DTC, ώστε η απόσβεση να συντελεστεί έως το 2032-2034 αντί της αρχικής πρόβλεψης για το 2041, αφαιρώντας το DTC οικειοθελώς από το εποπτικό τους κεφάλαιο. Οι οίκοι αξιολόγησης έχουν υποδειχτεί τα σχέδια αυτά με θετικά σχόλια”, κατέληξε ο κ. Χαρδούβελης.
“Κόκκινα” δάνεια
Την άποψη πως τα “κόκκινα” δάνεια αποτελούν ένα ζήτημα που έχει επιλυθεί, εξέφρασε ο κ. Μυλωνάς, υπενθυμίζοντας πως το προβληματικό χαρτοφυλάκιο των τραπεζών διαμορφώνεται σήμερα σε περίπου 4 δισ. ευρώ, ενώ μετά τις προβλέψεις που έχουν σχηματισθεί για την κάλυψή τους το ποσό που απομένει είναι αμελητέο. Όσον αφορά στον κίνδυνο δημιουργίας νέων επισφαλειών, ο ίδιος επισήμανε πως δεν τίθεται τέτοιο θέμα.
Όπως είχε γράψει το Capital.gr, οι τέσσερις συστημικές τράπεζες έχουν ήδη δρομολογήσει τις επόμενες κινήσεις τους που θα τους επιτρέψουν να μειώσουν περαιτέρω το επίμαχο στοκ, ρίχνοντας, ταυτόχρονα, τον δείκτη NPE στον μέσο όρο της Ευρώπης. Η “συνταγή”, όπως προκύπτει από τις παρουσιάσεις των τραπεζικών διοικήσεων στους διεθνείς αναλυτές, θα περιλαμβάνει, τόσο ρυθμίσεις, διαγραφές και ρευστοποιήσεις, όσο και πωλήσεις ή τιτλοποιήσεις, μετά και την απόφαση της κυβέρνησης να αιτηθεί στην DG Comp την αύξηση κατά 1 δισ. ευρώ των εγγυήσεων του “Ηρακλή 3”.
Την ίδια στιγμή, βέβαια, όπως τόνισε ο κ. Μυλωνάς, “κόκκινα” δάνεια, ύψους περίπου 100 δισ. ευρώ, συνεχίζουν να βρίσκονται στους ισολογισμούς επιχειρήσεων και νοικοκυριών, με την επιστροφή τους στο τραπεζικό σύστημα να εξελίσσεται σε μεγάλο στοίχημα για τις τράπεζες. “Ο SSM θα πρέπει να δει το θέμα της επαναγοράς πρώην ‘κόκκινων’ δανείων”, ανέφερε ο CEO της ΕΤΕ.
Αποεπένδυση
“Το ελληνικό τραπεζικό σύστημα εξαναγκάστηκε την περίοδο της κρίσης να αποσυρθεί από επενδύσεις εκτός Ελλάδας. Πλέον μπορούν να αναζητήσουν ευκαιρίες στο εξωτερικό”. Αυτό τόνισε ο πρωθυπουργός, κ. Κυριάκος Μητσοτάκης, στο event του Bloomberg, υπενθυμίζοντας τη μακρά περίοδο αποεπένδυσης που ήρθε ως συνέπεια της κρατικής ενίσχυσης που έλαβαν οι τράπεζες ελέω οικονομικής κρίσης.
Σύμφωνα με τον κ. Καραβία, το πλεονάζον κεφάλαιο των τραπεζών θα μπορούσε, μεταξύ άλλων, να κατευθυνθεί σε ευκαιρίες εξαγορών και συγχωνεύσεων στους τομείς της τραπεζικής, της ασφάλισης και της διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων. “Στη Βουλγαρία που είναι η δεύτερη βασική μας αγορά έχουμε ολοκληρώσει τρεις εξαγορές τα τελευταία χρόνια, ενισχύοντας τη θέση μας στην αγορά δανείων. Στην Κύπρο εφέτος ολοκληρώσαμε την εξαγορά πλειοψηφικού πακέτου της Ελληνικής Τράπεζας, της δεύτερης μεγαλύτερης τράπεζας. Μέσω αυτής αποκτήσαμε και μια ασφαλιστική εταιρεία και αναζητούμε περαιτέρω ευκαιρίες. Είμαστε μια τράπεζα με περίπου 100 δισ. ευρώ σε περιουσιακά στοιχεία, εκ των οποίων το 60% προέρχεται από δραστηριότητες εκτός Ελλάδας, το 27% από την Κύπρο και το 11% από τη Βουλγαρία”, σχολίασε χαρακτηριστικά.
Αντίστοιχες ήταν οι τοποθετήσεις και των άλλων τραπεζιτών, γεγονός που αποδεικνύει πως το εγχώριο banking διανύει μία περίοδο αυξημένης εξωστρέφειας.