Παρά το «σπριντ», που έτρεξαν οι γυναίκες τα τελευταία 50 χρόνια, για να κλείσουμε το «κενό» στις ευκαιρίες και την αντιμετώπιση των δύο φύλων έχουμε ακόμη μπροστά μας… μαραθώνιο.
To Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ υπολογίζει ότι θα χρειαστεί να περάσουν… 134 χρόνια για την πλήρη ισότητα. Και αυτό μας στοιχίζει – πολλαπλώς και ακριβά. Η UBS με μία εκτενή έκθεση, που υπογράφουν οι CIO Sustainable and Impact Investing Strategists, Antonia Sariyska και Amantia Muhedini, εξηγεί τι έχει επιτευχθεί και τι πρέπει να γίνει ακόμη.
Στις αρχές του 21ου αιώνα, η εκπαίδευση των κοριτσιών βρισκόταν σε σημαντικά χαμηλότερα επίπεδα από αυτή των αγοριών. Το 2000, μόλις το 79% των κοριτσιών ολοκλήρωνε τη βασική εκπαίδευση, έναντι 85% των αγοριών. Ωστόσο, το 2023, τα ποσοστά αυτά είχαν σχεδόν εξισωθεί, με 88% των κοριτσιών και 89% των αγοριών να ολοκληρώνουν το πρώτο στάδιο της εκπαίδευσής τους. Η πρόοδος ήταν ακόμα πιο εντυπωσιακή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, όπου οι γυναίκες ξεπέρασαν τους άνδρες: το 2000 μόλις το 19% των γυναικών και των ανδρών σπούδαζε στο πανεπιστήμιο, ενώ το 2023 το ποσοστό αυτό είχε εκτοξευθεί στο 46% για τις γυναίκες και στο 40% για τους άνδρες.
Αυτή η εκπαιδευτική πρόοδος άνοιξε τον δρόμο για τη μεγαλύτερη συμμετοχή των γυναικών στην οικονομία ως επιχειρηματίες, ηγέτιδες και επενδύτριες. Ωστόσο, παρά τη σημαντική πρόοδο που σημειώθηκε τις τελευταίες δύο δεκαετίες, η ανισότητα μεταξύ των φύλων εξακολουθεί να αποτελεί εμπόδιο, με τον ρυθμό της προόδου να επιβραδύνεται σε ορισμένες περιοχές και τομείς. Η ανισότητα των φύλων – είτε αφορά την υγεία, την εκπαίδευση ή την οικονομική ευκαιρία – περιορίζει όχι μόνο τη δυναμική των γυναικών αλλά και τη συνολική ανάπτυξη και καινοτομία της παγκόσμιας οικονομίας.
Το οικονομικό τίμημα της ανισότητας
Η UBS εκτιμά ότι η εξίσωση της συμμετοχής των δύο φύλων στην αγορά εργασίας και σε διευθυντικές θέσεις θα μπορούσε να προσθέσει 7 τρισεκατομμύρια δολάρια στο παγκόσμιο ΑΕΠ. Αν επιτευχθεί πλήρης ισότητα των φύλων, το όφελος αυτό θα μπορούσε να εκτοξευθεί στα 22-28 τρισεκατομμύρια δολάρια. Τα νούμερα αυτά δεν αφήνουν αδιάφορους κυβερνήσεις και οικονομολόγους, που αναζητούν τρόπους να ενισχύσουν την παρουσία των γυναικών στην οικονομία.
Πέρα από την εργασία, οι γυναίκες ασκούν τεράστια αγοραστική δύναμη. Σήμερα, διαχειρίζονται περίπου 32 τρισεκατομμύρια δολάρια παγκοσμίως σε καταναλωτικές δαπάνες, ενώ μέσα στα επόμενα πέντε χρόνια εκτιμάται ότι θα ελέγχουν το 75% των διακριτικών (μη αναγκαίων) δαπανών παγκοσμίως. Παρόλα αυτά, οι γυναίκες συχνά δηλώνουν ότι οι επιχειρήσεις δεν καλύπτουν επαρκώς τις ανάγκες τους, είτε πρόκειται για τραπεζικά προϊόντα, υγειονομική περίθαλψη ή καταναλωτικά αγαθά. Επιλέον μόνο το 33% των επιχειρήσεων παγκοσμίως ελέγχονται ιδιοκτησιακά από γυναίκες.
Οι επενδυτικές ευκαιρίες μέσα από τον φακό του φύλου
Το επενδυτικό ενδιαφέρον γύρω από τις γυναίκες αυξάνεται, με τρεις βασικούς άξονες:
- Επενδύσεις για τις γυναίκες: Προϊόντα και υπηρεσίες που ανταποκρίνονται στις ιδιαίτερες ανάγκες τους. Εδώ εντάσσονται τομείς όπως το Femtech, που περιλαμβάνει εφαρμογές για την υγεία των γυναικών (π.χ. διαχείριση εμμήνου ρύσεως, γονιμότητας κτλ). Αν και σχετικά νέος, ο κλάδος αυτός ήδη περιλαμβάνει εννέα «μονόκερους»—εταιρείες με αποτίμηση άνω του 1 δισ. δολαρίων—με συνολική αξία περίπου 28 δισ. δολαρίων.
- Επενδύσεις σε γυναίκες: Η συμμετοχή των γυναικών στη διοίκηση επιχειρήσεων φαίνεται πως συνδέεται με καλύτερες οικονομικές επιδόσεις. Σύμφωνα με έρευνα της McKinsey, οι εταιρείες που βρίσκονται στο κορυφαίο 25% σε ό,τι αφορά τη γυναικεία εκπροσώπηση είναι 18% πιο πιθανό να ξεπεράσουν σε απόδοση εκείνες που βρίσκονται στο χαμηλότερο 25%. Η διαφορά αυτή διευρύνεται στο 27% όταν εξετάζεται η γυναικεία εκπροσώπηση στα διοικητικά συμβούλια.
Επενδύσεις από γυναίκες: Η τάση των γυναικών να διαχειρίζονται πιο μακροπρόθεσμα χαρτοφυλάκια επιτρέπει την υιοθέτηση στρατηγικών παρόμοιων με αυτές των πανεπιστημιακών κληροδοτημάτων, συνδυάζοντας μετοχές, ομόλογα και ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια. Επιπλέον, οι γυναίκες επενδύτριες έχουν μεγαλύτερη προτίμηση στις επενδύσεις με κοινωνικό και περιβαλλοντικό αντίκτυπο.
Το μέλλον της ισότητας
Παρά την πρόοδο, τα πρόσφατα πολιτικά και οικονομικά δεδομένα δημιουργούν προκλήσεις. Οι εκλογές του 2024 σε περισσότερες από 70 χώρες έδειξαν μια στροφή στη ρητορική σε ορισμένες περιοχές, με κυβερνήσεις να δίνουν μικρότερη προτεραιότητα στην προώθηση της ισότητας και στην άρση των προκαταλήψεων. Ωστόσο, οι γυναίκες παραμένουν μια αυξανόμενη οικονομική δύναμη, και οι επιχειρήσεις που κατανοούν τις ανάγκες τους θα έχουν σημαντικά πλεονεκτήματα.
Το συμπέρασμα είναι σαφές: η ανισότητα των φύλων δεν είναι απλώς ένα κοινωνικό ζήτημα—είναι ένα οικονομικό κόστος που ο κόσμος δεν μπορεί να αγνοήσει. Με 7 τρισεκατομμύρια δολάρια να βρίσκονται στο τραπέζι, η επίτευξη της ισότητας δεν είναι μόνο θέμα δικαιοσύνης, αλλά και στρατηγικής ανάπτυξης.