Του Κώστα Ράπτη
Μετά την ήττα, η εσωκομματική αναμέτρηση. Ο επικεφαλής του μητροπολιτικού δήμου της Κωνσταντινούπολης, Εκρέμ Ιμάμογλου, έκανε την πρώτη κίνηση αμφισβήτησης του αρχηγού του Λαϊκού Ρεπουμπλικανικού Κόμματος (CHP) και ατυχήσαντος υποψηφίου προέδρου της Τουρκίας στις πρόσφατες εκλογές, Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου.
Χωρίς να στρέφεται ευθέως κατά του ηγέτη του κόμματός του, ο Ιμάμογλου σήκωσε τη “σημαία της ανταρσίας” λανσάροντας μια νέα ιστοσελίδα, που φιλοδοξεί “να συμβάλει στην αλλαγή στο CHP και στην Τουρκία”.
“Το αίτημα των ψηφοφόρων της αντιπολίτευσης για αλλαγή δεν μπόρεσε να ικανοποιηθεί. Δεν προσφέρθηκε εμπιστοσύνη και ελπίδα για αλλαγή του καθεστώτος. Λόγω των καταστροφικών επιπτώσεων της οικονομικής κρίσης, τόσο οι βουλευτικές όσο και οι προεδρικές εκλογές χάθηκαν σε συνθήκες που η κυβέρνηση βρισκόταν στην πιο αδύναμη θέση. Ως αποτέλεσμα, προκλήθηκε μια μεγάλη απογοήτευση και απόγνωση σε όσους απαιτούσαν αλλαγή”, αναφέρει το οιονεί μανιφέστο του δημάρχου στη νέα ιστοσελίδα.
Κεντρική ιδέα του Ιμάμογλου είναι ότι η περιπόθητη αλλαγή δεν μπορεί να επιτευχθεί, αν δεν την ενσαρκώσει το ίδιο το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, το οποίο, ωστόσο, συνεχίζει να πορεύεται κάνοντας τα ίδια “παλαιά λάθη”. Για την ακρίβεια, πορεύεται, ακόμη και μετά την εκλογική ήττα, “σαν να μη συνέβη τίποτε”.
“Δεν μπορούμε να επιρρίψουμε την ευθύνη αυτής της βαριάς ήττας στο εκλογικό σώμα ή να προβαίνουμε σε εξαγγελίες για το μέλλον χωρίς να έχουμε αναλύσει αυτό το γεγονός και τις αιτίες του”, επιμένει ο Ιμάμογλου.
Η αιχμή είναι προφανής, καθώς ο Κιλιτσντάρογλου δεν μπήκε καν στον κόπο να τεθεί στην κρίση του κόμματος μετά την εκλογική του αποτυχία, παρά συνεχίζει να ηγείται του CHP, επιμένοντας ότι το κρίσιμο αυτήν τη στιγμή είναι η μάχη των δημοτικών εκλογών του ερχόμενου Μαρτίου, όπου η αντιπολίτευση θα πρέπει να υπερασπισθεί τα μεγάλα κέρδη της του 2019, οπότε “κατέκτησε” την Κωνσταντινούπολη και την Άγκυρα.
Όμως, εκείνη την επιτυχία ενσαρκώνει ακριβώς ο Ιμάμογλου, ο οποίος με το προφίλ του νέου, δυναμικού, επιτυχημένου αυτοδιοικητικού και κυρίως με την ικανότητά του να μην αποξενώνει ούτε τους θρησκευόμενους συντηρητικούς ψηφοφόρους ούτε το κουρδικό στοιχείο ή την αριστερά, κατάφερε να επικρατήσει, παρά τη λυσσαλέα αντίσταση του καθεστώτος Ερντογάν, το οποίο μεθόδευσε επανάληψη της ψηφοφορίας, μόνο και μόνο για να δει την αρχικά οριακή διαφορά ψήφων να διευρύνεται.
Εξάλλου, ακριβώς λόγω αυτής της προϊστορίας, ο Ιμάμογλου είναι υποχρεωμένος να αναβαθμίσει το πολιτικό προφίλ του, διότι δεν μπορεί να γνωρίζει αν το καθεστώς θα του επιτρέψει να διεκδικήσει επανεκλογή. Ως γνωστόν, εκκρεμεί η εκδίκαση σε δεύτερο βαθμό της πρωτόδικης καταδίκης του Ιμάμογλου σε διετή φυλάκιση (και άρα στέρηση των πολιτικών του δικαιωμάτων) για “εξύβριση” του Εκλογικού Συμβουλίου. Εάν την κρίσιμη ώρα, ο δήμαρχος Κωνσταντινούπολης έχει αναδειχθεί σε αρχηγό της αντιπολίτευσης τα πράγματα θα είναι για τους κυβερνώντες κατά τι δυσκολότερα.
Οι πιστοί στον πρόεδρο του CHP επιμένουν ότι “χωρίς τον Κιλιτσντάρογλου, ο Ιμάμογλου δεν θα είχε εκλεγεί δήμαρχος”, υποδεικνύοντας την καταλυτική σημασία της συγκρότησης εξακομματικού αντιπολιτευτικού μετώπου με δυνάμεις έξω από τον παραδοσιακό χώρο της κεντροαριστεράς. Ο ίδιος ο Κιλιτσντάρογλου, πάλι, τονίζει ότι “η ηγεσία δεν προσφέρεται στο πιάτο” και ότι ο χώρος και χρόνος ανάδειξής της είναι το κομματικό συνέδριο που πρόκειται να διεξαχθεί προς τα τέλη της χρονιάς. Ο Ιμάμογλου, από την πλευρά του, φέρεται να έχει συγκαλέσει ήδη εμπιστευτικές συναντήσεις με προέδρους νομαρχιακών οργανώσεων του CHP.
Όλα αυτά, ενώ η συμμαχία των Έξι έχει ουσιαστικά διαρραγεί μετεκλογικά και το ίδιο το CHP απειλείται να συρθεί σε μακρόσυρτη φθοροποιό εσωστρέφεια. Όμως, η συζήτηση για τα πρόσωπα δεν μπορεί να υποκρύψει το ουσιαστικό πολιτικό πρόβλημα της τουρκικής αντιπολίτευσης.
Σε αντίθεση με τον Ερντογάν, ο οποίος μπορεί να βρίσκεται παντού, εναλλάσσοντας διαρκώς ρόλους και συμμαχίες, το CHP δεν έχει χώρο στον οποίο να ευδοκιμήσει. Κοινωνιολογικά έχει μετατραπεί σε κόμμα μεσοστρωμάτων και προγραμματικά έχει απομακρυνθεί από τις κεντροαριστερές του ρίζες, μετατρεπόμενο σε θιασώτη της οικονομικής ορθοδοξίας. Αυτό πλήττει τη δυνατότητά του να επικοινωνήσει με τους πληβείους της τουρκικής κοινωνίας, την ίδια ώρα που ο Ερντογάν διατηρεί την ικανότητα να τους θέλγει με υποσχέσεις εθνικού μεγαλείου και αξιοποίηση των “ταυτοτικών πολέμων”.
Απέναντι στις μεγάλες διαιρέσεις μεταξύ κοσμικών και συντηρητικών, φιλοδυτικών ελίτ και ευρασιατιστών, Τούρκων και Κούρδων, το CHP στέκεται με αμηχανία, έχοντας μεν εξασφαλίσει την αφοσίωση της αλεβιτικής μειονότητας, αλλά όχι την εμπιστοσύνη ευρύτερων στρωμάτων. Την ώρα που ο Ερντογάν είχε την πολυτέλεια να προβάλλει ως φορέας άλλοτε εξευρωπαϊσμού και άλλοτε αντιδυτικής υπηρηφάνειας, άλλοτε ως ιδεώδης για την επίλυση του Κουρδικού και άλλοτε ως θιασώτης του επεκτατικού αναθεωρητισμού, κ.ο.κ., το CHP κουβαλά ακόμη το βάρος της κεμαλιστικής κληρονομιάς, ήτοι του αυταρχικού εκσυγχρονισμού “από τα πάνω” μιας ψευδώς ομογενοποιημένης κοινωνίας.