Του Κώστα Ράπτη
Μόλις τρεις μέρες πριν από τις κρίσιμες προεδρικές και βουλευτικές εκλογές της Τουρκίας την ερχόμενη Κυριακή, η πορεία προς τις κάλπες παίρνει την πιο παράδοξη και ανησυχητική τροπή.
Ο “τρίτος άνθρωπος” της αναμέτρησης Μουχαρέμ Ιντζέ ανακοίνωσε την αποχώρησή του, γεγονός το οποίο αντικειμενικά μειώνει τις πιθανότητες να κριθεί η ανάδειξη προέδρου σε δεύτερο γύρο. Όμως η εξέλιξη αυτή είναι τόσο αιφνιδιαστική που δεν καλύπτεται καν από τις προβλέψεις της εκλογικής νομοθεσίας. Αρκεί και μόνο να σημειωθεί ότι τα ψηφοδέλτια με το όνομα του Ιντζέ θα διανεμηθούν κανονικά και ότι η ψηφοφορία των αποδήμων έχει ήδη ολοκληρωθεί – γεγονός το οποίο γεννά αναπάντητα ερωτήματα για την εγκυρότητα της διαδικασίας.
Όμως η υπόθεση γίνεται περισσότερο σκοτεινή από τις συνθήκες υπό τις οποίες ανακοινώθηκε η αποχώρηση Ιντζέ. Αρχικά ακυρώθηκε προγραμματισμένη εμφάνισή του εν μέσω πληροφοριών ότι εμφάνισε κρίση υπέρτασης και του χορηγήθηκε αγωγή την αποφυγή εγκεφαλικού επεισοδίου. Όμως στη συνέχεια έγινε γνωστή η διαρροή μέσω διαδικτύου “ροζ βίντεο” με πρωταγωνιστή τον προεδρικό υποψήφιο.
Ο ίδιος έκανε λόγο για απόπειρες “δολοφονίας χαρακτήρα” τις οποίες υπέστη από την πρώτη στιγμή που κατέθεσε την υποψηφιότητά του και χαρακτήρισε το επίμαχο βίντεο ως deepfake βασισμένο στο υλικό ενός ισραηλινού πορνογραφικού σάιτ. (Το γιατί από τον ωκεανό της παγκόσμιας πορνογραφίας έπρεπε να επιλεγεί ειδικά ένα ισραηλινό σάιτ, μάλλον έχει να κάνει με τα συνωμοσιολογικά σενάρια που προφανώς επιθυμεί να τροφοδοτήσει ο Ιντζέ).
Το κλίμα επιβάρυνε ακόμη περισσότερο η ενίσχυση, την ίδια στιγμή, της φημολογίας, που όμως διέψευσε ο άμεσα ενφιαφερόμενος, ότι πρόκειται να αποσυρθεί και ο τέταρτος υποψήφιος των προεδρικών εκλογών, ο εθνικιστής Σινάν Ογάν, ο οποίος φέρεται να συγκεντρώνει ένα 5% της πρόθεσης ψήφου.
Αποσυρόμενος από την κούρσα των προεδρικών εκλογών, ο Ιντζέ απέφυγε να στηρίξει κάποιον υποψήφιο. Τα βέλη του ωστόσο τα επεφύλασσε κυρίως προς το υπό τον Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου εξακομματικό μέτωπο της αντιπολίτευσης, το οποίο, όπως είπε δεν θα μπορεί να προσάψει την επικείμενη ήττα του στην δική του υποψηφιότητα. Απέκρουσε δε για άλλη μία φορά τις “συκοφαντίες” ότι η καμπάνια του χρηματοδοτήθηκε από το “Παλάτι” (δηλ. το προεδρικό μέγαρο του Ερντογάν) και έκανε γνωστό ότι το Πατριωτικό Κόμμα που ο ίδιος ίδρυσε θα συμμετάσχει κανονικά στις βουλευτικές εκλογές. Όπως είπε, είναι αναγκαία η είσοδος του κόμματος στην επόμενη Εθνοσυνέλευση, η οποία κινδυνεύει να βρεθεί χωρίς μια αυθεντικά κεμαλιστική φωνή.
Υπενθυμίζεται ότι ο Ιντζέ αναμετρήθηκε με τον Ερντογάν στις προεδρικές εκλογές του 2018, ως κύριος υποψήφιος της αντιπολίτευσης, μετά από πρόταση του Κιλιτσντάρογλου, για να εξαφανιστεί ταπεινωτικά ήδη από τη βραδιά της εκλογικής του ήττας και αργότερα να έρθει σε ρήξη με τον αρχηγό του κόμματός του και να ηγηθεί διασπαστικής κίνησης.
Η υποψηφιότητά του ήταν εξαρχής σαφές ότι ευνοούσε τον Ερντογάν, καθώς αναπόφευκτα θα αφαιρούσε ψήφους από τον Κιλιτσντάρογλου και θα αύξανε τις πιθανότητες να κριθεί η μάχη σε δεύτερο γύρο, όπου ο νυν πρόεδρος θα προσερχόταν με το πλεονέκτημα της προσδοκώμενης επικράτησης των συμπολιτευόμενων δυνάμεων στις βουλευτικές εκλογές. Μάλιστα σε ένα προηγούμενο στάδιο, ο “τρίτος άνθρωπος” κατέγραφε δημοσκοπικές επιδόσεις άνω του 5%, με το κοινό του να αποτελείται κατά 40% από την πιο κρίσιμη κατηγορία του εκλογικού σώματος: τους νέους ψηφοφόρους που είχαν μια στάση συλλήβδην απόρριψης της κατεστημένης πολιτικής.
Όμως σε μία αναμέτρηση η οποία εντέλει δεν είναι παρά ένα δημοψήφισμα υπέρ ή κατά του Ερντογάν (όπως σαφώς μαρτυρεί και ο ετερόκλητος χαρακτήρας της αντιπολίτευσης και η εξωτερική στήριξη του Κιλιτσντάρογλου από το φιλοκουρδικό κόμμα HDP), η κλιμακούμενη πόλωση δεν άφηνε ιδιαίτερο χώρο στον Ιντζέ. Το δημοσκοπικά ποσοστά του είχαν ήδη προσγειωθεί σε επίπεδα γύρω στο 2% ή και λιγότερο και αρκετές τοπικές οργανώσεις εγκατέλειπαν το κόμμα του για να συστρατευθούν με την αντιπολίτευση. Η πεζή εξήγηση ότι ο Ιντζέ αποχωρεί για να αποφύγει ένα “τσαλάκωμα” και να διατηρήσει ρόλο την επόμενη μέρα, είναι και η πιο ικανοποιητική.
Όμως οι συνθήκες υπό τις οποίες τέθηκε εκτός παιδιάς ο Ιντζέ εξακολουθούν να γεννούν ερωτήματα. Πόσω μάλλον που τόσο ο Ερντογάν όσο και ο Κιλτσντάρογλου παρουσιάζουν την εξέλιξη αυτή ως έργο σκοτεινών δυνάμεων.
Η πρώτη κίνηση του υποψηφίου της αντιπολίτευσης ήταν να προσκαλέσει μέσω twitter τον Ιντζέ στο “τραπέζι της Τουρκίας”. Όμως στη συνέχεια, με άλλη ανάρτησή του ο Κιλιτσντάρογλου κάλεσε τους “αγαπητούς Ρώσους φίλους” να μην αναμιγνύονται στα εσωτερικά της Τουρκίας, κατηγορώντας τους ότι βρίσκονται “πίσω από τα μοντάζ, τις συνωμοσίες, τα deep fake, τις κασέτες που αποκαλύφθηκαν χθες σε αυτή τη χώρα”. Σημειώνεται ότι ήδη από τις αρχές του μηνός ο ίδιος είχε κατηγορήσει ονομαστικά στελέχη της διεύθυνσης πληροφοριών της τουρκικής προεδρίας ότι συνεργάζονται με τον κόσμο του dark web, ενώ συνεργάτες του έκρουαν τον κώδωνα του κινδύνου για deep fakes με τα οποία θα επιχειρηθεί παρέμβαση στην προεκλογική εκστρατεία.
Από την άλλη, αρχικά ο προεδρικός σύμβουλος Ιμπραχίμ Καλίν και κατόπιν ο ίδιος ο Ερντογάν απέδωσαν την αποχώρηση του Ιντζέ σε ενέργειες του δικτύου του αυτεξόριστου στις ΗΠΑ ιεροκήρυκα Φετουλάχ Γκιουλέν, όπως κάθε φορά που θέλουν να υποδείξουν “σκοτεινές δυνάμεις” για εξελίξεις που δεν ελέγχουν. Μάλιστα ο Ερντογάν πήγε πολύ μια μακριά δηλώνοντας σε προεκλογική συγκέντρωσή του ότι και ο Κιλτσντάρογλου ήρθε στα πράγματα χάρη σε ένα “ροζ βίντεο” (αυτό που οδήγησε σε παραίτηση τον προηγούμενο αρχηγό του Λαϊκού Ρεπουμπλικανικού Κόμματος, Ντενίζ Μπαϊκάλ).
Όλα αυτά, ενώ ορισμένες δημοσκοπήσεις δείχνουν τον υποψήφιο της αντιπολίτευσης να πλησιάζει το 50% της πρόθεσης ψήφου και άρα να είναι σε θέσει να τερματίσει το παιχνίδι από τον πρώτο γύρο.
Η εκτίμηση ότι η αποχώρηση Ιντζέ καθιστά πιο πιθανή αυτή την προοπτική είναι όμως βεβιασμένη. Οι εναπομείναντες μέχρι χθες υποστηρικτές του “τρίτου ανθρώπου” ήταν ακριβώς αυτοί που δεν ακολούθησαν το κύμα των διαρροών προς τον Κιλιτσντάρογλου.
Σε κάθε περίπτωση, κάθε είδους σενάρια ανωμαλίας προβάλλουν στον ορίζοντα. Το να καθορίζεται η εκλογική μάχη από τη δράση ανώνυμων εκβιαστών, το να κατονομάζονται ξένες δυνάμεις ως αναμεμιγμένες και το να απονομιμοποιείται ρητορικά η υποψηφιότητα του αντιπάλου προοιωνίζεται αδυναμία αναγνώρισης του αποτελέσματος, το οποίο θα μπορούσε να είναι και οριακό.