Το ενδεχόμενο μίας νέας έντονης αύξησης του κόστους δανεισμού στην Ευρώπη κατά μισή ποσοστιαία μονάδα βρίσκεται “ακόμα στο τραπέζι”, αν δεν επιδεινωθούν οι αναταράξεις στο παγκόσμιο τραπεζικό σύστημα, δήλωσε σήμερα ο Αυστριακός κεντρικός τραπεζίτης και μέλος του ΔΣ της ΕΚΤ, Ρόμπερτ Χόλτσμαν.
Ειδικότερα, παρόλο που αναγνώρισε ότι οι τραπεζικοί τριγμοί που πυροδοτήθηκαν από την κατάρρευση της Silicon Valley Bank στις ΗΠΑ, θα μπορούσαν να έχουν παρόμοια επίδραση με τις αυξήσεις επιτοκίων λειτουργώντας περιοριστικά για την πίστωση, ο Χόλτσμαν δήλωσε ότι “αισθάνομαι πώς πρέπει να παραμείνουμε στην πορεία μας”.
Όπως ανέφερε σε συνέντευξη που παραχώρησε στη Βιέννη, “προς το παρόν έχει επιστρέψει λίγη αισιοδοξία, αλλά εξακολουθεί να υπάρχει κάποιο είδος αβεβαιότητας”.
“Εάν τα πράγματα τον Μάιο δεν έχουν γίνει πραγματικά πιο τρομερά, νομίζω ότι μπορούμε να αντέξουμε οικονομικά άλλες 50 μονάδες βάσης (σ.σ. 0,5%) και συγκεκριμένα, εάν δεν προκύψει κάποια κοινωνική συμφωνία που να μετριάζει τον πληθωρισμό, θα πρέπει να κάνουμε περισσότερα για να το επιτύχουμε εμείς”, είπε.
Όπως σχολιάζει το Bloomberg, οι δηλώσεις Χόλτσμαν είναι από τις πιο συγκεκριμένες τοποθετήσεις για τα επόμενα βήματα της ΕΚΤ, την ώρα που οι περισσότεροι συνάδελφοί του εμφανίζονται πιο επιφυλακτικοί να κάνουν προβλέψεις εν μέσω αυξημένης αβεβαιότητας.
Ωστόσο, ένας αυξανόμενος αριθμός κεντρικών τραπεζικών εκτιμά πλέον ότι ο πιο επιθετικός κύκλος αυξήσεων των επιτοκίων της ευρωζώνης μάλλον πλησιάζει στο τέλος του, έπειτα από αθροιστικά 350 μονάδες βάσης νομισματικής σύσφιξης από τον Ιούλιο (από το -0,5% στο 3% σήμερα).
Μεταξύ των οποίων και ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας, που εκτίμησε ότι “είμαστε σίγουρα κοντά στο τέλος” του ράλι της αύξησης επιτοκίων.
Μία θέση που όπως φαίνεται συμμερίζονται και οι επενδυτές, με τις αγορές να στοιχηματίζουν ότι το επιτόκιο καταθέσεων (από το 3% σήμερα) θα κορυφωθεί σε περίπου 3,6%. Ωστόσο, βλέπουν μόνο αύξηση ακόμα, περίπου 25 μονάδων βάσης (0,25%) τον Μάιο.
Για τον Ρόμπερτ Χόλτσμαν, η μεγαλύτερη σύνεση που επιδεικνύουν οι αξιωματούχοι δεν σημαίνει “χρηματοπιστωτική κυριαρχία”, ούτε είναι απόρροια φόβου ότι το υψηλότερο κόστος δανεισμού κινδυνεύει να καταστρέψει το τραπεζικό σύστημα.
“Είναι περισσότερο για να πούμε ότι καθώς οι χρηματοπιστωτικές αγορές έγιναν πιο προσεκτικές στην προσφορά πιστώσεων, αυτό μας επιτρέπει να κάνουμε λιγότερα” είπε, επικαλούμενος εκτιμήσεις ότι οι πρόσφατες τραπεζικές αναταράξεις θα μπορούσαν να επιβραδύνουν τη χορήγηση δανείων σε βαθμό ανάλογο περαιτέρω αύξησης επιτοκίων από 0,5% έως 1,5%.