Αυξημένες φορολογικές επιβαρύνσεις σε χιλιάδες μικρομεσαίες επιχειρήσεις και ελεύθερους επαγγελματίες, οι οποίοι απασχολούν προσωπικό, καθώς και μόνιμες ετήσιες αυξήσεις φορολογικών επιβαρύνσεων θα επιβάλει το «πλέγμα» των νέων αντικειμενικών κριτηρίων προσδιορισμού των φορολογητέων εισοδημάτων των αυτοαπασχολουμένων που ανακοίνωσε η κυβέρνηση, παρουσιάζονας σχετικό νομοσχέδιο.

Τα ζητήματα που τίθενται από τα νέα αντικειμενικά κριτήρια, καθώς και οι παγίδες φορολόγησης που κρύβουν συνοψίζονται στα παρακάτω 4 σημεία:

  1. Τεκμαρτός προσδιορισμός καθαρών κερδών με βασικό κριτήριο τις δαπάνες μισθοδοσίας, οι οποίες όμως εκπίπτουν από τον τζίρο κάθε επιχείρησης για να υπολογιστούν τα κέρδη της. Το ποσό των 10.920 ευρώ, το οποίο αντιστοιχεί στην ετήσια δαπάνη μισθοδοσίας ενός υπαλλήλου που αμείβεται με τον κατώτατο μισθό, είναι η αφετηρία, το σημείο εκκίνησης για τον αντικειμενικό -τεκμαρτό- προσδιορισμό των καθαρών κερδών κάθε ατομικής επιχείρησης που έχει 6 έτη λειτουργίας. Οι δαπάνες μισθοδοσίας, όμως, τεκμαίρουν ακαθάριστα έσοδα όχι καθαρά κέρδη. Τα καθαρά κέρδη κάθε επιχείρησης προσδιορίζονται λογιστικά με αφαίρεση των δαπανών της από τα ακαθάριστα έσοδά της. Στις δαπάνες που εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα περιλαμβάνονται και οι δαπάνες μισθοδοσίας. Δηλαδή, οι δαπάνες αυτές δεν μπορεί να θεωρούνται τμήμα του ετήσιου καθαρού κέρδους μιας οποιασδήποτε επιχείρησης.
  2. Συνυπολογισμός και των ασφαλιστικών εισφορών που καταβάλλουν οι εργαζόμενοι υπάλληλοι των επιχειρήσεων στα τεκμήρια προσδιορισμού των καθαρών κερδών των αυτοαπασχολουμένων. Τα καθαρά κέρδη όσων ατομικών επιχειρήσεων λειτουργούν για 6 έτη πρέπει να είναι τουλάχιστον ίσα με ένα συγκεκριμένο ποσό ύψους 10.920 ευρώ, που όμως αποτελεί το άθροισμα όχι μόνο των ετήσιων καθαρών αποδοχών και των παρακρατούμενων φόρων εισοδήματος, αλλά και των παρακρατούμενων ασφαλιστικών εισφορών του εργαζομένου που λαμβάνει τον κατώτατο μισθό των 780 ευρώ τον μήνα μικτά (780 ευρώ Χ 14 = 10.920 ευρώ). Το νέο σύστημα συνυπολογίζει δηλαδή και τις ασφαλιστικές εισφορές του εργαζόμενου στο ελάχιστο φορολογητέο εισόδημα που προσδιορίζει. Έτσι, αντί το ελάχιστο φορολογητέο καθαρό κέρδος κάθε αυτοαπασχολούμενου με 6 έτη λειτουργίας να προσδιορίζεται τουλάχιστον με βάση το ετήσιο φορολογητέο εισόδημα του εργαζόμενου που λαμβάνει τον κατώτατο μισθό, δηλαδή με βάση ένα ποσό που προκύπτει μετά την αφαίρεση των ασφαλιστικών εισφορών και να διαμορφώνεται στα επίπεδα των 9.400 ευρώ περίπου, προσδιορίζεται στο πολύ υψηλότερο επίπεδο των 10.920 ευρώ.
  3. Μεγάλες προσαυξήσεις -τουλάχιστον 10% έως 30%- στα τεκμαρτά φορολογητέα κέρδη για επιχειρήσεις που λειτουργούν πάνω από 6 χρόνια. Για όσους αυτοαπασχολούμενους λειτουργούν για περισσότερα από 6 χρόνια, το ύψος του ελάχιστου φορολογητέου καθαρού κέρδους το οποίο -όπως είπαμε- ισοδυναμεί με 10.920 ευρώ (δηλαδή με τις ετήσιες μικτές αποδοχές του εργαζομένου ο οποίος λαμβάνει τον κατώτατο μισθό των 780 ευρώ) προσαυξάνεται περαιτέρω: Κατά 10%, για 7 έως 9 έτη λειτουργίας, κατά 20% για 10 έως 12 έτη λειτουργίας και κατά 30% για 12 ή περισσότερα έτη λειτουργίας. Δηλαδή διαμορφώνεται σε 12.012 ευρώ για 7 έως 9 έτη λειτουργίας, σε 13.104 ευρώ για 10 έως 12 έτη λειτουργίας και σε 14.196 ευρώ για 12 ή περισσότερα έτη λειτουργίας.
  4.  Συνεχείς ετήσιες αυξήσεις των ελάχιστων ορίων φορολογητέου εισοδήματος (φορολογητέων καθαρών κερδών) και συνακόλουθα των ελάχιστων φόρων εισοδήματος των αυτοαπασχολουμένων τα επόμενα έτη. Τα ελάχιστα όρια φορολογητέων καθαρών κερδών που προσδιορίζει το νέο σύστημα αντικειμενικών κριτηρίων θα ανεβαίνουν κάθε χρόνο σε υψηλότερα επίπεδα, προκαλώντας περαιτέρω αυξήσεις φορολογικών επιβαρύνσεων. Κι αυτό θα συμβαίνει διότι κάθε χρόνο θα αυξάνεται ο κατώτατος για τους εργαζομένους στον ιδιωτικό τομέα, οπότε θα αυξάνεται αυτόματα κάθε χρόνο και το ποσό το οποίο αποτελεί τη βάση υπολογισμού των φορολογητέων κερδών των αυτοαπασχολουμένων και συνδέεται με τον κατώτατο μισθό. Δηλαδή τα 10.920 ευρώ θα ληφθούν υπ’ όψιν μόνο για τη χρήση του 2023. Για τις χρήσεις των επόμενων ετών θα λαμβάνονται υπόψη ακόμη πιο μεγάλα ποσά.