Του Κώστα Ράπτη
Η κοπτοραπτική διατυπώσεων δεν είναι πάντοτε αποδοτική. Και ο τρόπος με τον οποίο οι Ατλαντικοί σύμμαχοι συνταίριαξαν τις διαφορετικές προτεραιότητές τους σε ό,τι αφορά την προοπτική ένταξης της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ άφησε τον Ουκρανό πρόεδρο Βολοντίμιρ Ζελένσκι απογοητευμένο, αν όχι οργισμένο.
Το αποδεικνύει αυτό η ανάρτησή του στο Twitter καθ’ οδόν προς την Ατλαντική Σύνοδο Κορυφής στο Βίλνιους όπου ο ηγέτης της Ουκρανίας έκανε λόγο για διατυπώσεις οι οποίες διαμορφώνονται ερήμην της χώρας του, ενώ χαρακτήρισε “παράλογο” και “δίχως προηγούμενο” το ότι δεν προέκυψε συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα όχι για την ένταξη (αυτή παραδέχεται και ο ίδιος δεν είναι εφικτή όσο συνεχίζεται η ένοπλη σύγκρουση με τη Ρωσία), αλλά ούτε καν για την πρόσκληση στο ΝΑΤΟ.
Όμως λίγα λεπτά αργότερα η επίμαχη διατύπωση παρουσιαζόταν επισήμως από τον γ.γ. της Συμμαχίας Γενς Στόλτενμπεργκ και τον πρόεδρο των ΗΠΑ. Το δε οργισμένο tweet του Ζελένσκι, το οποίο ερμηνεύθηκε ως διαπραγματευτική πίεση της τελευταίας στιγμής προς τους συμμάχους, μάλλον εξηγεί το ψυχρό κλίμα κατά τη φωτογράφηση των συμμετεχόντων ηγετών, όπου ο Ουκρανός πρόεδρος θα πρέπει να αισθάνθηκε αρκετά μόνος.
Βέβαια ο ίδιος επιχειρεί με τα εκ των υστέρων μηνύματά του και ιδίως με τις διμερείς επαφές που πραγματοποιεί στο περιθώριο της Ατλαντικής Συνόδου να βελτιώσει τις εντυπώσεις. Οι δε Δυτικοί ηγέτες “χρυσώνουν το χάπι” με τις διακρατικές εγγυήσεις ασφαλείας που ανακοινώνει η G7 ότι προσφέρει στην Ουκρανία (με την έννοια της συνέχισης του εξοπλισμού της χώρας του Ζελένσκι όσο διαρκεί η πολεμική σύγκρουση και με την ανάληψη δεσμεύσεων απέναντί της την επόμενη μέρα ότι θα αποκρουσθεί οποιαδήποτε μελλοντική επίθεση).
Γεγονός παραμένει πάντως ότι παρά τις διακηρύξεις ότι “το μέλλον της Ουκρανίας είναι στο ΝΑΤΟ”, η ενταξιακή προοπτική της χώρας παραμένει περισσότερο από ποτέ βυθισμένη στην ασάφεια. Ο Ζελένσκι υποχρεώθηκε βέβαια κατά τις κοινές δηλώσεις του με τον Στόλντεμπεργκ να αρκεσθεί σε “θετικές” και “σημαντικές” εξελίξεις όπως η απόφαση ότι Ουκρανία δεν χρειάζεται να ακολουθήσει το Ενταξιακό Σχέδιο Δράσης (MAP) ή τα νέα εξοπλιστικά πακέτα που ανακοινώθηκαν στη διάρκεια της συνόδου. Όμως, όπως τόνισε, το ιδεώδες θα ήταν η πρόσκληση στο ΝΑΤΟ και αυτήν δεν την υποκαθιστούν οι εγγυήσεις ασφαλείας της G7.
Ο ίδιος προηγουμένως είχε διορατικά παρατηρήσει ότι η μη πρόσκληση της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ ανοίγει την πιθανότητα να χρησιμοποιηθεί η ουκρανική ένταξη ως διαπραγματευτικό χαρτί έναντι της Ρωσίας. Ο δε Στόλτενμπεργκ είχε αναφέρει με νόημα ότι αν δεν νικήσει η Ουκρανία στον διεξαγόμενο πόλεμο δεν θα υπάρχει και ενταξιακό ζήτημα προς συζήτηση. Μόνο που η Ουκρανία θα πρέπει να συνεχίσει αυτό τον πόλεμο μόνη – σε συνθήκες όλο και πιο δυσμενείς, όπως καταδεικνύουν αφενώς τα πενιχρά αποτελέσματα της ουκρανικής αντεπίθεσης και αφετέρου η απόφαση Μπάιντεν για αποστολή βομβών διασποράς, προφανώς ελλείψει καλύτερων διαθέσιμων αποθεμάτων.
Όμως το κύριο ζήτημα της Συνόδου του Βίλνιους ήταν η κατοχύρωση της διαταλαντικής ενότητας: είτε αυτή αφορά την απεμπλοκή της σουηδικής ένταξης και την επιστροφή του “ασώτου υιού” Ερντογάν στην “οικογένεια”, είτε τη χαλιναγώγηση από Ουάσιγκτον και Βερολίνο του μπλοκ των αδιάλλακτων που συγκροτούν η Πολωνία και οι Βαλτικές Δημοκρατίες υπό βρετανική ενορχήστρωση, μάλλον αδιαφορώντας για το εφιαλτικό ρίσκο μιας απευθείας αναμέτρησης ΝΑΤΟ και Ρωσίας. Δεν είναι τυχαίο ότι της μετάβασης του Μπάιντεν στο Βίλνιους προηγήθηκε σταθμός στο Λονδίνο, στον απόηχο του μηνύματος που συνιστούσε το αμερικανικό “βέτο” στην ανάληψη της γενικής γραμματείας του ΝΑΤΟ από τον Βρετανό υπουργό Άμυνας Μπεν Ουάλας.
Το ότι η διπλωματική χορογραφία των ημερών μπορεί να ερμηνευθεί και ως προάγγελος συντεταγμένης αναδίπλωσης ενισχύεται ως εκδοχή από την αποκάλυψη ότι ήδη τον Απρίλιο ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών είχε συνάντηση με Αμερικανούς πρώην αξιωματούχους εθνικής ασφαλείας, οι οποίοι χωρίς επίσημη αποστολή συζήτησαν ατύπως το περίγραμμα ενός συμβιβασμού στο ουκρανικό ζήτημα.
Ο δε Ρίτσαρντ Χάας, πρόεδρος του ισχυρού Council of Foreign Relations, με άρθρο του ενόψει της Συνόδου του Βίλνιους, πολύ χαρακτηριστικά δήλωσε ότι η παροχή εγγυήσεων ασφαλείας στην Ουκρανία μπορεί να αφορά το δικαίωμα ύπαρξής της αλλά όχι μια σαφώς οριοθετημένη επικράτεια στον χάρτη, κατά το προηγούμενο των αμερικανικών εγγυήσεων προς το Ισραήλ. Κοινώς τα τετελεσμένα της προσάρτησης ουκρανικών επαρχιών στη Ρωσία αναγνωρίζεται ότι μάλλον δεν είναι αντιστρεπτά.